- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μαλακός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: malakos 고전 발음: [말라꼬] 신약 발음: [말라꼬]

기본형: μαλακός μαλακή μαλακόν

형태분석: μαλακ (어간) + ος (어미)

  1. 부드러운, 무른
  2. 가벼운, 온화한, 부드러운, 밝은
  1. soft
  2. gentle, light, mild

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 μαλακός

부드러운 (이)가

μαλακή

부드러운 (이)가

μαλακόν

부드러운 (것)가

속격 μαλακοῦ

부드러운 (이)의

μαλακῆς

부드러운 (이)의

μαλακοῦ

부드러운 (것)의

여격 μαλακῷ

부드러운 (이)에게

μαλακῇ

부드러운 (이)에게

μαλακῷ

부드러운 (것)에게

대격 μαλακόν

부드러운 (이)를

μαλακήν

부드러운 (이)를

μαλακόν

부드러운 (것)를

호격 μαλακέ

부드러운 (이)야

μαλακή

부드러운 (이)야

μαλακόν

부드러운 (것)야

쌍수주/대/호 μαλακώ

부드러운 (이)들이

μαλακά

부드러운 (이)들이

μαλακώ

부드러운 (것)들이

속/여 μαλακοῖν

부드러운 (이)들의

μαλακαῖν

부드러운 (이)들의

μαλακοῖν

부드러운 (것)들의

복수주격 μαλακοί

부드러운 (이)들이

μαλακαί

부드러운 (이)들이

μαλακά

부드러운 (것)들이

속격 μαλακῶν

부드러운 (이)들의

μαλακῶν

부드러운 (이)들의

μαλακῶν

부드러운 (것)들의

여격 μαλακοῖς

부드러운 (이)들에게

μαλακαῖς

부드러운 (이)들에게

μαλακοῖς

부드러운 (것)들에게

대격 μαλακούς

부드러운 (이)들을

μαλακάς

부드러운 (이)들을

μαλακά

부드러운 (것)들을

호격 μαλακοί

부드러운 (이)들아

μαλακαί

부드러운 (이)들아

μαλακά

부드러운 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 μαλακός

μαλακοῦ

부드러운 (이)의

μαλακώτερος

μαλακωτεροῦ

더 부드러운 (이)의

μαλακώτατος

μαλακωτατοῦ

가장 부드러운 (이)의

부사 μαλακώς

μαλακώτερον

μαλακώτατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ δὲ πεποιηκὼς τοὺς εἰς αὐτὸν ἀναφερομένους Μεταλλεῖς φησιν ὑπ ἀναδενδράδων ἁπαλὰς ἀσπαλάθους πατοῦντες ἐν λειμῶνι λωτοφόρῳ κύπειρόν τε δροσώδη κἀνθρύσκου μαλακῶν τ ἰών λείμακα καὶ τριφύλλου. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 32 3:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 32 3:2)

  • ὁ δὲ ὡς ἐπῆλθεν, ὑποβεβλημένων αὐτῷ κωδίων τε μαλακῶν καὶ ποικίλων δαπίδων, αἰδεσθεὶς τὸν Ἀγησίλαον οὕτω κατακείμενον κατεκλίνη καὶ αὐτός, ὡς ἔτυχεν, ἐπὶ τῆς πόας χαμᾶζε, καίπερ ἐσθῆτα θαυμαστὴν λεπτότητι καὶ βαφαῖς ἐνδεδυκώς. (Plutarch, Agesilaus, chapter 12 2:1)

    (플루타르코스, Agesilaus, chapter 12 2:1)

  • καὶ ἀνδρεῖον, λέλεκται, τὸν ἄτολμον, ὥσπερ οἱ τὰ ξύλα πυρακτοῦντες ἐκ μαλακῶν ἰσχυρὰ ποιοῦσι. (Plutarch, Amatorius, section 17 30:1)

    (플루타르코스, Amatorius, section 17 30:1)

  • φύονται μαλακῶν ἄνθεα λευκοϊών ὅπου γὰρ ἐμέτου τινὲς ἐγκώμια καὶ πυρετοῦ καὶ νὴ Δία χύτρας ἐπιδεικνύμενοι, πιθανότητος οὐκ ἀμοιροῦσιν, ἦ που λόγος ὑπ ἀνδρὸς ἁμωσγέπως δοκοῦντος ἢ καλουμένου φιλοσόφου περαινόμενος οὐκ ἂν ὅλως ἀναπνοήν τινα καὶ καιρὸν ἀκροαταῖς εὐμενέσι καὶ φιλανθρώποις παράσχοι πρὸς ἔπαινον· (Plutarch, De Recta Ratione Audiendi, chapter, section 13 15:1)

    (플루타르코스, De Recta Ratione Audiendi, chapter, section 13 15:1)

  • "τοιγαροῦν αὗται μὲν ἐκ τῶν λίαν μαλακῶν ὑπὸ τῆς τύχης μεταβιβασθεῖσαι σκληρῶς ἐβίωσαν ἐπὶ γήρως, αἱ δέ, τῶν παρ ἡμῖν ταῦτα διαδεξαμένων, ἐκπεσοῦσαι τῆς ἐξουσίας κατῆραν εἰς Μακεδονίαν καὶ τὰς τῶν ἐκεῖ κυρίας τε καὶ βασιλίδας ὃν τρόπον ταῖς ὁμιλίαις διέθεσαν οὐδὲ λέγειν καλόν, πλὴν ὅτι μαγευόμεναι καὶ μαγεύουσαι ταυροπόλοι καὶ τριοδίτιδες αὗται πρὸς ἀλήθειαν ἐγένοντο, πλήρεις πάντων ἀποκαθαρμάτων. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 67 2:14)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 67 2:14)

유의어

  1. 부드러운

  2. 가벼운

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION