헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κοῦφος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κοῦφος κοῦφη κοῦφον

형태분석: κουφ (어간) + ος (어미)

  1. 가벼운, 잽싼, 밝은, 쉽게 움직이는
  2. 쉬운, 가벼운, 편안한
  3. 빈, 고픈, 비어있는, 텅 빈
  4. 가벼운, 밝은, 쉽게 움직이는, 부주의한
  5. 가벼운, 부주의한
  6. 가벼운, 부주의한
  7. 가벼운, 부주의한
  1. light, nimble, too buoyant
  2. light, easy
  3. empty, unsubstantial, vain
  4. light, lightly, sit tibi terra levis
  5. lightly, nimbly
  6. lightly, with light heart, lightly
  7. lightly, with ease

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 κοῦφος

가벼운 (이)가

κούφη

가벼운 (이)가

κοῦφον

가벼운 (것)가

속격 κούφου

가벼운 (이)의

κούφης

가벼운 (이)의

κούφου

가벼운 (것)의

여격 κούφῳ

가벼운 (이)에게

κούφῃ

가벼운 (이)에게

κούφῳ

가벼운 (것)에게

대격 κοῦφον

가벼운 (이)를

κούφην

가벼운 (이)를

κοῦφον

가벼운 (것)를

호격 κοῦφε

가벼운 (이)야

κούφη

가벼운 (이)야

κοῦφον

가벼운 (것)야

쌍수주/대/호 κούφω

가벼운 (이)들이

κούφᾱ

가벼운 (이)들이

κούφω

가벼운 (것)들이

속/여 κούφοιν

가벼운 (이)들의

κούφαιν

가벼운 (이)들의

κούφοιν

가벼운 (것)들의

복수주격 κοῦφοι

가벼운 (이)들이

κοῦφαι

가벼운 (이)들이

κοῦφα

가벼운 (것)들이

속격 κούφων

가벼운 (이)들의

κουφῶν

가벼운 (이)들의

κούφων

가벼운 (것)들의

여격 κούφοις

가벼운 (이)들에게

κούφαις

가벼운 (이)들에게

κούφοις

가벼운 (것)들에게

대격 κούφους

가벼운 (이)들을

κούφᾱς

가벼운 (이)들을

κοῦφα

가벼운 (것)들을

호격 κοῦφοι

가벼운 (이)들아

κοῦφαι

가벼운 (이)들아

κοῦφα

가벼운 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 κοῦφος

κούφου

가벼운 (이)의

κουφότερος

κουφοτέρου

더 가벼운 (이)의

κουφότατος

κουφοτάτου

가장 가벼운 (이)의

부사 κούφως

κουφότερον

κουφότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τοιγαροῦν ἀρεῖ σύσσημον ἐν τοῖσ ἔθνεσι τοῖσ μακρὰν καὶ συριεῖ αὐτοὺσ ἀπ̓ ἄκρου τῆσ γῆσ, καὶ ἰδοὺ ταχὺ κούφωσ ἔρχονται. (Septuagint, Liber Isaiae 5:25)

    (70인역 성경, 이사야서 5:25)

  • ἐπαινοῦσι δὲ τοῦτο τὸ κῶλον οἱ κριτικοὶ λέγοντεσ σωφρόνωσ αὐτὸ πεφράσθαι καὶ οὐ κούφωσ. (Dionysius of Halicarnassus, Libri secundi de antiquis oratoribus reliquiae, chapter 34)

    (디오니시오스, Libri secundi de antiquis oratoribus reliquiae, chapter 34)

  • ὁ μὲν γὰρ ἔτυχε τότε συρίζων πρὸσ τὸ ποίμνιον, καταπτάμενοσ δὲ ὄπισθεν αὐτοῦ ὁ Ζεὺσ κούφωσ μάλα τοῖσ ὄνυξι περιβαλὼν καὶ τῷ στόματι τὴν ἐπὶ τῇ κεφαλῇ τιάραν ἔχων ἀνέφερε τὸν παῖδα τεταραγμένον καὶ τῷ τραχήλῳ ἀπεστραμμένῳ εἰσ αὐτὸν ἀποβλέποντα. (Lucian, Dearum judicium, (no name) 6:4)

    (루키아노스, Dearum judicium, (no name) 6:4)

  • ὅτε, εἰ καὶ παντάπασιν ἠπειρώτησ καὶ ἀπειρόπλουσ τισ εἰή, πάντωσ ἂν ἐθελήσειε καὶ αὐτὸσ ἐμβῆναι καὶ περιπλεῦσαι καὶ πολὺ ἀπὸ τῆσ γῆσ ἀποσπάσαι, καὶ μάλιστα εἰ βλέποι τὴν μὲν αὔραν κούφωσ ἐπουριάζουσαν τὴν ὀθόνην, τὴν δὲ ναῦν προσηνῶσ τε καὶ λείωσ ἐπ’ ἄκρων ἠρέμα διολισθάνουσαν τῶν κυμάτων. (Lucian, De Domo, (no name) 12:2)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 12:2)

  • ἤδη δ’ οὖν μοι τοῦ τολμήματοσ ἐκμεμελετημένου τέλειόσ τε καὶ ὑψιπέτησ γενόμενοσ οὐκέτι τὰ νεοττῶν ἐφρόνουν, ἀλλ’ ἐπὶ τὸν Ὄλυμπον ἀναβὰσ καὶ ὡσ ἐνῆν μάλιστα κούφωσ ἐπισιτισάμενοσ τὸ λοιπὸν ἔτεινον εὐθὺ τοῦ οὐρανοῦ, τὸ μὲν πρῶτον ἰλιγγιῶν ὑπὸ τοῦ βάθουσ, μετὰ δὲ ἔφερον καὶ τοῦτο εὐμαρῶσ. (Lucian, Icaromenippus, (no name) 11:3)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 11:3)

유의어

  1. 가벼운

  2. 쉬운

관련어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION