헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φορητός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: φορητός φορητή φορητόν

형태분석: φορητ (어간) + ος (어미)

  1. 견딜 수 있는, 버틸 수 있는, 유지할 수 있는
  1. borne, carried
  2. to be borne, endurable

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 φορητός

(이)가

φορητή

(이)가

φορητόν

(것)가

속격 φορητοῦ

(이)의

φορητῆς

(이)의

φορητοῦ

(것)의

여격 φορητῷ

(이)에게

φορητῇ

(이)에게

φορητῷ

(것)에게

대격 φορητόν

(이)를

φορητήν

(이)를

φορητόν

(것)를

호격 φορητέ

(이)야

φορητή

(이)야

φορητόν

(것)야

쌍수주/대/호 φορητώ

(이)들이

φορητᾱ́

(이)들이

φορητώ

(것)들이

속/여 φορητοῖν

(이)들의

φορηταῖν

(이)들의

φορητοῖν

(것)들의

복수주격 φορητοί

(이)들이

φορηταί

(이)들이

φορητά

(것)들이

속격 φορητῶν

(이)들의

φορητῶν

(이)들의

φορητῶν

(것)들의

여격 φορητοῖς

(이)들에게

φορηταῖς

(이)들에게

φορητοῖς

(것)들에게

대격 φορητούς

(이)들을

φορητᾱ́ς

(이)들을

φορητά

(것)들을

호격 φορητοί

(이)들아

φορηταί

(이)들아

φορητά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καίτοι φορητὰ ἴσωσ τὰ τῶν ἀνδρῶν. (Lucian, De mercede, (no name) 36:1)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 36:1)

  • τὰ μὲν γὰρ τελευταῖα τίνι φορητά; (Lucian, Piscator, (no name) 27:5)

    (루키아노스, Piscator, (no name) 27:5)

  • Καίτοι ταῦτα πάντα φορητὰ ἔτι, ὅσα ἢ ἑρμηνείασ ἢ τῆσ ἄλλησ διατάξεωσ ἁμαρτήματά ἐστι, τὸ δὲ καὶ περὶ τοὺσ τόπουσ αὐτοὺσ ψεύδεσθαι, οὐ παρασάγγασ μόνον, ἀλλὰ καὶ σταθμοὺσ ὅλουσ, τίνι τῶν καλῶν ἐοίκεν; (Lucian, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 241)

    (루키아노스, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 241)

  • ἢν δὲ τὰ κάτω ἀνεσθίηται , αἱμάλωπεσ μέλανεσ, παχέα, σαρκοειδέα , ἐξέρυθρα, θρομβώδεα, ἄλλοτε μὲν μέλανα, ἄλλοτε δὲ παντοίωσ ποικίλα, κάκοδμα, οὐ φορητὰ, ἀφέσιεσ τῶν ὑγρῶν ἀβούλητοι· ἀπελύθη κοτὲ καὶ εὔμηκεσ ἄκριτον κατὰ πλεῦνα, ὅκωσ ὑγιὲσ τὸ ἔντερον, καὶ δέοσ παρέσχεν ἀμφὶ ἔντερον τοῖσι ἀγνοοῦσι τοῦ πρήγματοσ. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 213)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 213)

  • καὶ μὴν ὅσα μὲν ποταμῶν ῥεύμασιν ἢ λίμναισ ἐπιέζετο, γῆν καθίστη ξηρὰν, ὅσα δ’ αὖ τῆσ ἐξ ὕδατοσ καθάρσεωσ ἐδεῖτο, τοὺσ ποταμοὺσ ἐφιεὶσ οὐ μόνον φορητὰ ἰδεῖν, ἀλλὰ καὶ ἐνεργὰ ἀπέφαινε. (Aristides, Aelius, Orationes, 2:3)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 2:3)

유의어

  1. borne

  2. 견딜 수 있는

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION