헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐνεργός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐνεργός ἐνεργός ἐνεργόν

형태분석: ἐνεργ (어간) + ος (어미)

어원: e)/rgon

  1. 적극적, 활동적인, 바쁜
  1. at work, active

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἐνεργός

적극적 (이)가

ἐνεργόν

적극적 (것)가

속격 ἐνεργοῦ

적극적 (이)의

ἐνεργοῦ

적극적 (것)의

여격 ἐνεργῷ

적극적 (이)에게

ἐνεργῷ

적극적 (것)에게

대격 ἐνεργόν

적극적 (이)를

ἐνεργόν

적극적 (것)를

호격 ἐνεργέ

적극적 (이)야

ἐνεργόν

적극적 (것)야

쌍수주/대/호 ἐνεργώ

적극적 (이)들이

ἐνεργώ

적극적 (것)들이

속/여 ἐνεργοῖν

적극적 (이)들의

ἐνεργοῖν

적극적 (것)들의

복수주격 ἐνεργοί

적극적 (이)들이

ἐνεργά

적극적 (것)들이

속격 ἐνεργῶν

적극적 (이)들의

ἐνεργῶν

적극적 (것)들의

여격 ἐνεργοῖς

적극적 (이)들에게

ἐνεργοῖς

적극적 (것)들에게

대격 ἐνεργούς

적극적 (이)들을

ἐνεργά

적극적 (것)들을

호격 ἐνεργοί

적극적 (이)들아

ἐνεργά

적극적 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Μηδένα μηδὲν μήτε ἀγοραῖον μήτε ἴδιον πράττειν ἐντὸσ τῆσ ἑορτῆσ ἢ ὅσα ἐσ παιδιὰν καὶ τρυφὴν καὶ θυμηδίαν, ὀψοποιοὶ μόνοι καὶ πεμματουργοὶ ἐνεργοὶ ἔστωσαν. (Lucian, Saturnalia, 1:1)

    (루키아노스, Saturnalia, 1:1)

  • τοιγαροῦν αἱ καινοτομίαι πρότερον ἐκλελειμμέναι διὰ τὸν φόβον νῦν ἐνεργοί, καὶ τῆσ πόλεωσ αἱ πρόσοδοι αἱ ἐκεῖθεν πάλιν αὔξονται, ἃσ ἐλυμήναντό τινεσ τῶν ῥητόρων ἐξ[απ]ατήσαντεσ τὸν δῆμον καὶ δασμολ[ογή]σαντεσ τοὺσ ἐκ[εῖθεν]. (Hyperides, Speeches, 36:2)

    (히페레이데스, Speeches, 36:2)

  • οὐ γὰρ μόνον, ὡσ ἐοίκε, θηρίων τινῶν ὄψεισ ἐνεργοὶ διὰ σκότουσ οὖσαι μεθ’ ἡμέραν ἀποτυφλοῦνται ξηρότητι καὶ λεπτότητι τῆσ περὶ τὸν ὀφθαλμὸν ὑγρότητοσ μὴ φερούσησ τὴν πρὸσ τὸ φῶσ σύγκρασιν, ἀλλὰ καὶ δεινότησ τίσ ἐστιν ἀνθρώπου καὶ σύνεσισ ἐν τοῖσ ὑπαίθροισ καὶ διακεκηρυγμένοισ εὐτάρακτοσ φύσει, πρὸσ δὲ τὰσ ἐπικρύφουσ καὶ λαθραίουσ ἀναθαρσοῦσα πράξεισ. (Plutarch, Aratus, chapter 10 3:2)

    (플루타르코스, Aratus, chapter 10 3:2)

  • οὐδ’ ἐνεργοὶ πράξεισ ἀλλὰ καὶ ἑορταί. (Plutarch, De liberis educandis, section 13 5:1)

    (플루타르코스, De liberis educandis, section 13 5:1)

  • καὶ ἐδέοντό μου δανεῖσαι χρήματα εἰσ τὸν Πόντον Ἀρτέμωνι τῷ τούτου ἀδελφῷ καὶ Ἀπολλοδώρῳ, ὅπωσ ἂν ἐνεργοὶ ὦσιν, οὐδὲν εἰδώσ, ὦ ἄνδρεσ δικασταί, οὐδ’ ὁ Θρασυμήδησ τὴν τούτων πονηρίαν, ἀλλ’ οἰόμενοσ εἶναι ἐπιεικεῖσ ἀνθρώπουσ καὶ οἱοῖ́περ προσεποιοῦντο καὶ ἔφασαν εἶναι, καὶ ἡγούμενοσ ποιήσειν αὐτοὺσ πάντα ὅσαπερ ὑπισχνεῖτο καὶ ἀνεδέχετο Λάκριτοσ οὑτοσί. (Demosthenes, Speeches 31-40, 9:1)

    (데모스테네스, Speeches 31-40, 9:1)

유의어

  1. 적극적

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION