- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐλπίς?

3군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: elpis 고전 발음: [엘삐] 신약 발음: [앨삐]

기본형: ἐλπίς ἐλπίδος

형태분석: ἐλπιδ (어간) + ς (어미)

어원: ἔλπω

  1. 기대, 희망, 예상
  2. 희망의 대상
  3. 걱정, 불안
  1. hope, expectation
  2. object of hope
  3. anxiety, boding

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἐλπίς

기대가

ἐλπίδε

기대들이

ἐλπίδες

기대들이

속격 ἐλπίδος

기대의

ἐλπίδοιν

기대들의

ἐλπίδων

기대들의

여격 ἐλπίδι

기대에게

ἐλπίδοιν

기대들에게

ἐλπίσι(ν)

기대들에게

대격 ἐλπίδα

기대를

ἐλπίδε

기대들을

ἐλπίδας

기대들을

호격 ἐλπίς

기대야

ἐλπίδε

기대들아

ἐλπίδες

기대들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ταλαίπωροι δὲ καὶ ἐν νεκροῖς αἱ ἐλπίδες αὐτῶν, οἵτινες ἐκάλεσαν θεοὺς ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων, χρυσὸν καὶ ἄργυρον τέχνης ἐμμελέτημα καὶ ἀπεικάσματα ζῴων ἢ λίθον ἄχρηστον χειρὸς ἔργον ἀρχαίας. (Septuagint, Liber Sapientiae 13:10)

    (70인역 성경, 지혜서 13:10)

  • ΚΕΝΑΙ ἐλπίδες καὶ ψευδεῖς ἀσυνέτῳ ἀνδρί, καὶ ἐνύπνια ἀναπτεροῦσιν ἄφρονας. (Septuagint, Liber Sirach 34:1)

    (70인역 성경, Liber Sirach 34:1)

  • καὶ τὰ μετὰ ταῦτα δὲ οὐ φαῦλαι ἐλπίδες, εἰ τὰ εἰκότα γίγνοιτο, ἀλλ᾿ ἔθνος ἐπιτραπῆναι ἤ τινας ἄλλας πράξεις βασιλικάς. (Lucian, Apologia 30:1)

    (루키아노스, Apologia 30:1)

  • νῦν δ ἐξωστράκισται μὲν πᾶν τὸ χρήσιμον ἐκ τῶν πραγμάτων, ἐξῄρηται δὲ τὰ νεῦρα τῶν πόλεων, εἰς ἄνεσιν δὲ καὶ τρυφὴν νενεύκασιν οἱ βίοι, τὰ δὲ τῆς ὁμονοίας οὐκέτι μένει, νόθαι δὲ γεγόνασιν αἱ τῶν φίλων ἐλπίδες. (Demades, On the Twelve Years, 53:2)

    (데마데스, On the Twelve Years, 53:2)

  • ὅπου γὰρ ἀεὶ μείζους ἐλπίδες, ἐνταῦθα καὶ οἱ φθόνοι χαλεπώτεροι καὶ τὰ μίση ἐπισφαλέστερα καὶ αἱ ζηλοτυπίαι κακοτεχνέστεραι. (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 10:2)

    (루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 10:2)

유의어

  1. 기대

  2. 희망의 대상

  3. 걱정

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION