- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βαθύς?

1/3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: bathys 고전 발음: [바튀] 신약 발음: [바튀]

기본형: βαθύς βαθεῖα βαθύ

형태분석: βαθυ (어간) + ς (어미)

  1. 깊은, 높은, 짙은, 진한
  2. 진한, 두꺼운
  3. 강한, 가득한, 강력한, 완전한, 진한
  4. 심오한, 심각한
  5. 깊은, 진한
  1. being a large vertical distance from: high, deep
  2. thick
  3. generally: strong, intense, full
  4. profound
  5. (of colour) deep
  6. (time) twilight

곡용 정보

1/3군 변화
남성 여성 중성
단수주격 βαθύς

깊은 (이)가

βαθεῖα

깊은 (이)가

βαθύ

깊은 (것)가

속격 βαθέος

깊은 (이)의

βαθείας

깊은 (이)의

βαθέος

깊은 (것)의

여격 βαθεί

깊은 (이)에게

βαθείᾳ

깊은 (이)에게

βαθεί

깊은 (것)에게

대격 βαθύν

깊은 (이)를

βαθεῖαν

깊은 (이)를

βαθύ

깊은 (것)를

호격 βαθύ

깊은 (이)야

βαθεῖα

깊은 (이)야

βαθύ

깊은 (것)야

쌍수주/대/호 βαθέε

깊은 (이)들이

βαθεία

깊은 (이)들이

βαθέε

깊은 (것)들이

속/여 βαθέοιν

깊은 (이)들의

βαθείαιν

깊은 (이)들의

βαθέοιν

깊은 (것)들의

복수주격 βαθείς

깊은 (이)들이

βαθείαι

깊은 (이)들이

βαθή

깊은 (것)들이

속격 βαθέων

깊은 (이)들의

βαθειῶν

깊은 (이)들의

βαθέων

깊은 (것)들의

여격 βαθέσι(ν)

깊은 (이)들에게

βαθείαις

깊은 (이)들에게

βαθέσι(ν)

깊은 (것)들에게

대격 βαθείς

깊은 (이)들을

βαθείας

깊은 (이)들을

βαθή

깊은 (것)들을

호격 βαθείς

깊은 (이)들아

βαθείαι

깊은 (이)들아

βαθή

깊은 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 βαθύς

βαθέος

깊은 (이)의

βαθύτερος

βαθυτέρου

더 깊은 (이)의

βαθύτατος

βαθυτάτου

가장 깊은 (이)의

부사 βαθέως

βαθύτερον

βαθύτατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ μὲν δὴ πολὺς ὅμιλος, οὓς ἰδιώτας οἱ σοφοὶ καλοῦσιν, Ὁμήρῳ τε καὶ Ἡσιόδῳ καὶ τοῖς ἄλλοις μυθοποιοῖς περὶ τούτων πειθόμενοι καὶ νόμον θέμενοι τὴν ποίησιν αὐτῶν, τόπον τινα ὑπὸ τῇ γῇ βαθὺν Αἳδην ὑπειλήφασιν, μέγαν δὲ καὶ πολύχωρον τοῦτον εἶναι καὶ ζοφερὸν καὶ ἀνήλιον, οὐκ οἶδ ὅπως αὐτοῖς φωτίζεσθαι δοκοῦντα πρὸς τὸ καὶ καθορᾶν τῶν ἐνόντων ἕκαστον βασιλεύειν δὲ τοῦ χάσματος ἀδελφὸν τοῦ Διὸς Πλούτωνα κεκλημένον, ὥς μοι τῶν τὰ τοιαῦτα δεινῶν τις ἔλεγε, διὰ τὸ πλουτεῖν τοῖς νεκροῖς τῇ προσηγορίᾳ τετιμημένον. (Lucian, (no name) 2:1)

    (루키아노스, (no name) 2:1)

  • εἶτα Ἀλέξανδρος μὲν ἐπεθύμησεν ἐν τῷ Κύδνῳ λούσασθαι καλόν τε καὶ διαυγῆ τὸν ποταμὸν ἰδὼν καὶ ἀσφαλῶς βαθὺν καὶ προσηνῶς ὀξὺν καὶ νήξασθαι ἡδὺν καὶ θέρους ὡρ´ᾳ ψυχρόν, ὥστε καὶ ἐπὶ προδήλῳ τῇ νόσῳ ἣν ἐνόσησεν ἀπ αὐτοῦ, δοκεῖ μοι οὐκ ἂν τοῦ λουτροῦ ἀποσχέσθαι: (Lucian, De Domo, (no name) 1:1)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 1:1)

  • καὶ τὸ κεφάλαιον ἤδη τοῦ σκέμματος τοῦτο ἐτύγχανεν,^ εἰ δοκιμαστέος εὐνοῦχος ἐπὶ φιλοσοφίαν παραγγέλλων ^ καὶ νέων προστασίαν ἐγχειρισθῆναι ἀξιῶν, τοῦ μὲν καὶ σχῆμα καὶ σώματος εὐμοιρίαν προσεῖναι φιλοσόφῳ δεῖν λέγοντος, καὶ τὸ μέγιστον, πώγωνα βαθὺν ἔχειν αὐτὸν καὶ τοῖς προσιοῦσι καὶ μανθάνειν βουλομένοις ἀξιόπιστον καὶ πρέποντα ταῖς μυρίαις ἃς χρὴ παρὰ βασιλέως ἀποφέρεσθαι, τὸ δὲ τοῦ εὐνούχου καὶ τῶν βακήλων χεῖρον εἶναι : (Lucian, Eunuchus, (no name) 8:2)

    (루키아노스, Eunuchus, (no name) 8:2)

  • Ὡς βαθὺν ἐκοιμήθης, ὦ τέκνον, ὃς οὐκ ἐξέθορες μεταξὺ τυφλούμενος. (Lucian, Dialogi Marini, cyclops and poseidwn, chapter 31)

    (루키아노스, Dialogi Marini, cyclops and poseidwn, chapter 31)

  • βαθὺν δ αἰθέρα ξουθαῖσι τάμνων ὑψοῦ πτερύγεσσι ταχεί- αις αἰετὸς εὐρυάνακτος ἄγγελος Ζηνὸς ἐρισφαράγου θαρσεῖ κρατερᾷ πίσυνος ἰσχύϊ, πτάσσοντι δ ὄρνι- χες λιγύφθογγοι φόβῳ: (Bacchylides, , epinicians, ode 5 2:1)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 5 2:1)

유의어

  1. 진한

  2. 깊은

  3. twilight

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION