καταιγίς?
3군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사: kataigis
고전 발음: [까따이기스]
신약 발음: [까때기스]
기본형:
καταιγίς
καταιγίδος
형태분석:
καταιγιδ
(어간)
+
ς
(어미)
뜻
- 허리케인, 폭풍우
- 전투, 싸움
- a storm descending from above, a hurricane
- (figuratively) a “gust” of passion
- (figuratively) battle
곡용 정보
3군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ἐπιβρέξει ἐπὶ ἁμαρτωλοὺς παγίδας, πῦρ καὶ θεῖον καὶ πνεῦμα καταιγίδος ἡ μερὶς τοῦ ποτηρίου αὐτῶν. (Septuagint, Liber Psalmorum 10:6)
(70인역 성경, 시편 10:6)
- ὁ Θεὸς ἐμφανῶς ἥξει, ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ οὐ παρασιωπήσεται. πῦρ ἐνώπιον αὐτοῦ καυθήσεται, καὶ κύκλῳ αὐτοῦ καταιγὶς σφόδρα. (Septuagint, Liber Psalmorum 49:3)
(70인역 성경, 시편 49:3)
- προσεδεχόμην τὸν σῴζοντά με, ἀπὸ ὀλιγοψυχίας καὶ ἀπὸ καταιγίδος. (Septuagint, Liber Psalmorum 54:9)
(70인역 성경, 시편 54:9)
- ἐνεπάγην εἰς ἰλὺν βυθοῦ, καὶ οὐκ ἔστιν ὑπόστασις. ἦλθον εἰς τὰ βάθη τῆς θαλάσσης καὶ καταιγὶς κατεπόντισέ με. (Septuagint, Liber Psalmorum 68:3)
(70인역 성경, 시편 68:3)
- μή με καταποντισάτω καταιγὶς ὕδατος, μηδὲ καταπιέτω με βυθός, μηδὲ συσχέτω ἐπ᾿ ἐμὲ φρέαρ τὸ στόμα αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Psalmorum 68:16)
(70인역 성경, 시편 68:16)
- καὶ καταιγίς, ἣν οὐκ ὄψεται ἄνθρωπος, τὰ δὲ πλείονα τῶν ἔργων αὐτοῦ ἐν ἀποκρύφοις. (Septuagint, Liber Sirach 16:21)
(70인역 성경, Liber Sirach 16:21)
- φωνὴ βροντῆς αὐτοῦ ὠδίνησε γῆν καὶ καταιγὶς Βορέου καὶ συστροφὴ πνεύματος. (Septuagint, Liber Sirach 43:17)
(70인역 성경, Liber Sirach 43:17)
유의어
-
허리케인
- καταιγισμός (storm descending from above, sensual desires)
-
전투
- δορυσσόης (전투, 싸움)
- θεομαχία (a battle of the gods)
- νεῖκος (싸움, 전투, 분투)
- πεζομαχία (a battle by land)
- διάκοσμος (battle-order)
- συμπαράταξις (meeting in battle)
- πτόλεμος (전쟁, 전투, 전화)
- πόλεμος (전쟁, 전투, 전화)
- αἰχμή (전쟁, 전투, 전화)
- Ἐνυάλιος (전쟁, 전투, 전화)
- ἀερομαχία (an air-battle)
- ἐγερσιμάχας (battle-stirring)
- νυκτομαχία (a night- battle)
- τύκος (a battle-axe)
- ἔκταξις (array of battle)
- μόθος (전투, 싸움, 갈등)
- μάχη (전투, 싸움, 갈등)
- Κενταυρομαχία (a battle of Centaurs)
- μενεχάρμης (staunch in battle)
- ἐλεφαντομαχία (a battle of elephants)
- Τιτανομαχία (a battle of Titans)