ἀνταίρω?
비축약 동사;
로마알파벳 전사: antairō
고전 발음: [안따이로:]
신약 발음: [안때로]
기본형:
ἀνταίρω
형태분석:
ἀντ
(접두사)
+
αἴρ
(어간)
+
ω
(인칭어미)
뜻
- to raise against
- to rise up against
- to rise opposite to
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- φόβος δ οὔτι μέτριος εἶχεν ἡμᾶς ὁρῶντας τὸν μὲν δῆμον ἐν τοῖς ὅπλοις, αὐτοὶ δ ὄντες ἐν ἀπόρῳ, τί ποιήσομεν, καὶ τοὺς νεωτεριστὰς παύειν οὐ δυνάμενοι, προδήλου δ ἡμῖν τοῦ κινδύνου παρεστῶτος, συγκατανεύειν μὲν αὐτῶν ταῖς γνώμαις ἐλέγομεν, συνεβουλεύομεν δὲ μένειν ἐφ αὑτῶν, καὶ τοὺς πολεμίους ἐπελθόντας ἐᾶν, ἵνα τοῦ δικαίως ἀνταίρειν ὅπλα πίστιν εὑρ´ωνται. (Flavius Josephus, 27:1)
(플라비우스 요세푸스, 27:1)
- οὕτω δὲ δεῖ καὶ πρὸς τοὺς αἰτοῦντας ἀργύριον ἀνταίρειν, προεθιζόμενον ἐν τοῖς μήτε μεγάλοις μήτε δυσπαραιτήτοις. (Plutarch, De vitioso pudore, section 71)
(플루타르코스, De vitioso pudore, section 71)
- "διὰ τί σμικρὸν φρονεῖν χρὴ τὸν κακῶς πεπραγότα καὶ μὴ μᾶλλον ἀνταίρειν τῇ τύχῃ καὶ ποιεῖν ὑψηλὸν ἑαυτὸν καὶ ἀταπείνωτον· (Plutarch, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 9 7:1)
(플루타르코스, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 9 7:1)
- καὶ στρατιὰν ἔνδον τειχῶν εἰσχεομένην, καὶ πάντα φόνου πλήθοντα τόπον, καὶ τῶν ἀδυνάτων χεῖρας ἀνταίρειν ἱκεσίας, πῦρ τε ἐνιέμενον ἱεροῖς καὶ κατασκαφὰς οἴκων ἐπὶ τοῖς δεσπόταις, καὶ μετὰ πολλὴν ἐρημίαν καὶ κατήφειαν ποταμοὺς ῥέοντας οὐκ ἐπὶ γῆν γεωργουμένην, οὐδὲ ποτὸν ἀνθρώποις ἢ βοσκήμασιν, ἀλλὰ διὰ τῆς ἐπιπανταχόθεν φλεγομένης: (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 166:1)
(플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 166:1)
- τῶν γὰρ κατὰ τὴν χώραν οὐδεὶς ἤθελε χεῖρας ἀνταίρειν. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 260:2)
(플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 260:2)
유의어
-
to raise against
-
to rise up against
- κατεφίσταμαι (to rise up against)
- ἀντανίστημι (to rise up against)
- ἐπανίστημι (to make to rise against)
- συνεφίστημι (함께 일어나다, 맞서다)
- κατεξανίσταμαι (to rise up against, struggle against)
- συνεπανίστημι (to make to rise up against together.)
- ἄνειμι (오르다, 올라가다, 떠오르다)
- τέλλω (떠오르다, 오르다)
- στηρίζω (rising up)
- προσεξανίσταμαι (to rise up to)
- ἐπιτέλλω (떠오르다, 오르다)
- ἀνατέλλω (떠오르다, 오르다)
- ἐπαναφέρω (떠오르다, 오르다)
- ἐξάνειμι (to rise from the)
- ἐπανίστημι (to rise up against, rise in insurrection against, to rise in insurrection)
- ἐπέξειμι (to go out against)
- ἀντεξέρχομαι (to go out against)
- ἀντεπεξάγω (to go out against)
- ἀντιπρόσειμι (to go against)
- ἐπιχωρέω (to go against)
- ἀναδύνω (떠오르다, 오르다, 뜨다)
-
to rise opposite to
파생어
- αἴρω ([[aeirw]])
- ἀναίρω (추켜세우다, 올리다, 들다)
- ἀπαίρω (빼앗다, 제거하다, 가져가다)
- εἰσαίρω (to bring or carry in)
- ἐναίρω (파괴하다, 죽이다, 파멸시키다)
- ἐπαίρω (들다, 올리다, 들다)
- ἐπαναίρω (추켜세우다, 올리다, 들다)
- καταίρω (내려오다, 내리다, 내려가다)
- κατεναίρομαι (죽이다, 살해하다, 도살하다)
- μεταίρω (넘어가다, 격하게 움직이다, 선동하다)
- παρεξαίρω (to lift up beside)
- συναίρω (균형을 이루다, 평형을 유지하다, 개입하다)
- ὑπεραίρω (도망치다, 등한시하다, 지나치다)