- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄγκυρα?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: ankyra 고전 발음: [앙뀌라] 신약 발음: [앙뀌라]

기본형: ἄγκυρα ἀγκύρας

형태분석: ἀγκυρ (어간) + α (어미)

어원: ἄγκος

  1. 닻, 정
  2. 갈고리, 갈고랑이
  1. anchor
  2. hook

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἄγκυρα

닻이

ἀγκύρα

닻들이

ἄγκυραι

닻들이

속격 ἀγκύρας

닻의

ἀγκύραιν

닻들의

ἀγκυρῶν

닻들의

여격 ἀγκύρᾳ

닻에게

ἀγκύραιν

닻들에게

ἀγκύραις

닻들에게

대격 ἄγκυραν

닻을

ἀγκύρα

닻들을

ἀγκύρας

닻들을

호격 ἄγκυρα

닻아

ἀγκύρα

닻들아

ἄγκυραι

닻들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐκείνην μὲν οὖν τὴν νύκτα περὶ τὸ θηρίον ηὐλίσαντο ἐξάψαντες αὐτοῦ τὰ ἀπόγεια καὶ ἐπ ἀγκυρῶν πλησίον ὁρμισάμενοι: (Lucian, Verae Historiae, book 1 42:8)

    (루키아노스, Verae Historiae, book 1 42:8)

  • ὁρμίσας δὲ τὴν ναῦν ἐπ ἀγκυρῶν καὶ διάβασίν τινα γεφυρώσας ἀπὸ τῆς ἄκρας ἀνελάμβανεν αὐτοὺς προθύμως. (Plutarch, Antony, chapter 32 3:4)

    (플루타르코스, Antony, chapter 32 3:4)

  • καὶ τοιούτου δικαστηρίου ψῆφον Πομπήϊος ἐπ ἀγκυρῶν πρόσω τῆς χώρας ἀποσαλεύων περιέμενεν, ὃν Καίσαρι σωτηρίας χάριν οὐκ ἦν ἄξιον ὀφείλειν. (Plutarch, Pompey, chapter 77 3:1)

    (플루타르코스, Pompey, chapter 77 3:1)

  • ὃ δ αὖ τὸ λοιπὸν καὶ θνητὸν τῆς ψυχῆς ἔμελλε καθέξειν, ἅμα στρογγύλα καὶ προμήκη διῃρεῖτο σχήματα, μυελὸν δὲ πάντα ἐπεφήμισεν, καὶ καθάπερ ἐξ ἀγκυρῶν βαλλόμενος ἐκ τούτων πάσης ψυχῆς δεσμοὺς περὶ τοῦτο σύμπαν ἤδη τὸ σῶμα ἡμῶν ἀπηργάζετο, στέγασμα μὲν αὐτῷ πρῶτον συμπηγνὺς περὶ ὅλον ὀστέινον. (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 367:1)

    (플라톤, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 367:1)

  • αἱ μὲν οὖν ἐπίκωποι νῆες ὁπηλίκαι ποτ ἂν οὖσαι τύχωσι καὶ τῶν ὁλκάδων αἱ μέχρι τρισχιλιοφόρων εἰσάγουσί τε διὰ τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ μέχρι τῆς Ῥώμης εἰρεσίᾳ καὶ ῥύμασι παρελκόμεναι κομίζονται, αἱ δὲ μείζους πρὸ τοῦ στόματος ἐπ ἀγκυρῶν σαλεύουσαι ταῖς ποταμηγοῖς ἀπογεμίζονταί τε καὶ ἀντιφορτίζονται σκάφαις. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 3, chapter 44 5:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 3, chapter 44 5:1)

유의어

  1. 갈고리

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION