- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄγκυρα?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: ankyra 고전 발음: [앙뀌라] 신약 발음: [앙뀌라]

기본형: ἄγκυρα ἀγκύρας

형태분석: ἀγκυρ (어간) + α (어미)

어원: ἄγκος

  1. 닻, 정
  2. 갈고리, 갈고랑이
  1. anchor
  2. hook

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἄγκυρα

닻이

ἀγκύρα

닻들이

ἄγκυραι

닻들이

속격 ἀγκύρας

닻의

ἀγκύραιν

닻들의

ἀγκυρῶν

닻들의

여격 ἀγκύρᾳ

닻에게

ἀγκύραιν

닻들에게

ἀγκύραις

닻들에게

대격 ἄγκυραν

닻을

ἀγκύρα

닻들을

ἀγκύρας

닻들을

호격 ἄγκυρα

닻아

ἀγκύρα

닻들아

ἄγκυραι

닻들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἡ μὲν σιδηρᾶ οὐκ ἔδοξέ μοι εἶναι παλαιά - καίτοι τὸ μέγεθος οὐ κατὰ τὰς νῦν ἀγκύρας ἐστίν, καὶ τὸ σχῆμα ἀμηγέπη ἐξηλλαγμένη - , ἀλλὰ νεωτέρα μοι ἐφάνη εἶναι τοῦ χρόνου. (Arrian, Periplus Ponti Euxini, chapter 9 2:3)

    (아리아노스, Periplus Ponti Euxini, chapter 9 2:3)

  • λιθίνης δέ τινος ἄλλης θραύσματα ἐδείκνυτο παλαιά, ὡς ταῦτα μᾶλλον εἰκάσαι ἐκεῖνα εἶναι τὰ λείψανα τῆς ἀγκύρας τῆς Ἀργοῦς. (Arrian, Periplus Ponti Euxini, chapter 9 3:1)

    (아리아노스, Periplus Ponti Euxini, chapter 9 3:1)

  • περιμετροῦντος γάρ μου τῆς ἀγκύρας τὰ πάχος οὐκ οἶδα ὅπου ὑμεῖς ἀπέστητε. (Lucian, 22:5)

    (루키아노스, 22:5)

  • καὶ μὴν ἐάνπερ ναῦν ἐπ ἀγκύρας λάβω, ἀνὴρ παρ ἄνδρα στήσεται ξιφηφόρος. (Euripides, Helen, episode, dialogue 18:4)

    (에우리피데스, Helen, episode, dialogue 18:4)

  • τοῖς δὲ θηρίοις τὸ μὲν πολύτροπον τοῦ λόγου καὶ περιττὸν καὶ φιλελεύθερον ἄγαν οὐκ ἔστιν, ἀλόγους δ ὁρμὰς καὶ ὀρέξεις ἔχοντα καὶ χρώμενα πλάναις καὶ περιδρομαῖς πολλάκις, οὐ μακρὰν ἀλλ ὡς ἐπ ἀγκύρας τῆς φύσεως σαλεύει ἢ καθάπερ ὄνῳ ὁδὸν ὑφ ἡνίᾳ καὶ χαλινῷ βαδίζοντι δείκνυσι τὴν εὐθεῖαν. (Plutarch, De amore prolis, section 1 3:2)

    (플루타르코스, De amore prolis, section 1 3:2)

유의어

  1. 갈고리

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION