χρηστήριον
2군 변화 명사; 중성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
χρηστήριον
χρηστήριου
형태분석:
χρηστηρι
(어간)
+
ον
(어미)
뜻
- 신탁, 지성소
- 신탁, 신의 응답
- 제물, 피해자, 희생, 밥, 희생 제물
- an oracle
- the seat of an oracle
- the answer of an oracle, oracular response
- an offering for the oracle, a sacrificial victim, a victim, sacrifice
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- Θέμιν δ’ ἐπεὶ γᾶσ ἰὼν παῖδ’ ἀπενάσσατο <Πυθῶνοσ> ἀπὸ ζαθέων χρηστηρίων, νύχια Χθὼν ἐτεκνώσατο φάσματ’ ὀ<νείρων>, οἳ πολέσιν μερόπων τά τε πρῶτα, τά τ’ ἔπειθ’, ὅσσα τ’ ἔμελλε τυχεῖν, ὕπνου κατὰ δνοφερὰσ γᾶσ εὐ‐ νὰσ ἔφραζον· (Euripides, Iphigenia in Tauris, choral, antistrophe 11)
(에우리피데스, Iphigenia in Tauris, choral, antistrophe 11)
- οὐκ ἄπαιδά με πρὸσ οἶκον ἥξειν οὐδὲ σὲ ἐκ χρηστηρίων. (Euripides, Ion, episode 5:8)
(에우리피데스, Ion, episode 5:8)
- Φιλήμων δ’ ἐν α’ παντοδαπῶν χρηστηρίων πύρνον φησι καλεῖσθαι τὸν ἐκ πυρῶν ἀσήστων γινόμενον ἄρτον καὶ πάντα ἐν ἑαυτῷ ἔχοντα, βραττίμην τε ἄρτουσ ὀνομάζεσθαι λέγει τοὺσ ἔχοντασ ἐντομάσ, οὓσ Ῥωμαῖοι κοδράτουσ λέγουσι, βραττίμην τε καλεῖσθαι τὸν πιτυρίτην ἄρτον, ὃν εὔκονον ὀνομάζουσιν Ἀμερίασ καὶ Τιμαχίδασ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 81 2:14)
(아테나이오스, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 81 2:14)
- "οὐκ ἀεὶ δὲ διατρίβουσιν ἐπ’ αὐτῆσ οἱ δαίμονεσ, ἀλλὰ χρηστηρίων δεῦρο κατίασιν ἐπιμελησόμενοι, καὶ ταῖσ ἀνωτάτω συμπάρεισι καὶ συνοργιάζουσι τῶν τελετῶν κολασταί τε γίνονται καὶ φύλακεσ ἀδικημάτων καὶ σωτῆρεσ ἔν τε πολέμοισ καὶ κατὰ θάλατταν ἐπιλάμπουσιν. (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 301)
(플루타르코스, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 301)
- "δεῖ περὶ τῶν ἐπεῖ πυνθάνεσθαι καὶ διαπορεῖν τὴν ἐνταῦθα τῶν χρηστηρίων ἀμαύρωσιν, μᾶλλον δὲ πλὴν ἑνὸσ ἢ δυεῖν ἁπάντων ἔκλειψιν ὁρῶντασ· (Plutarch, De defectu oraculorum, section 53)
(플루타르코스, De defectu oraculorum, section 53)
유의어
-
신탁
- αὐδή (신탁, 지성소)
- μαντεῖον (신탁, 지성소)
- μάντευμα (신탁, 지성소)
- μαντεῖον (the seat of an oracle)
- νεκυομαντεῖον (an oracle of the dead)
- ὀμφή (목소리, 신탁, 태)
- λόγιον (공개, 신탁, 지성소)
- χρῆσις (the response of an oracle)
- χρησμοφύλαξ (a keeper of oracles)
- θεοπρόπιον (예언, 신탁, 지성소)
- θεοπροπία (예언, 신탁, 지성소)
-
the seat of an oracle
-
신탁
-
제물