- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὕβρις?

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: hybris 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὕβρις ὕβρεως

형태분석: ὑβρι (어간) + ς (어미)

  1. 자부심, 거만
  2. 오만, 거만
  3. 부끄러움, 무례함
  1. pride
  2. insolence
  3. outrage

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ὕβρις

자부심이

ὕβρει

자부심들이

ὕβρεις

자부심들이

속격 ὕβρεως

자부심의

ὕβροιν

자부심들의

ὕβρεων

자부심들의

여격 ὕβρει

자부심에게

ὕβροιν

자부심들에게

ὕβρεσι(ν)

자부심들에게

대격 ὕβριν

자부심을

ὕβρει

자부심들을

ὕβρεις

자부심들을

호격 ὕβρι

자부심아

ὕβρει

자부심들아

ὕβρεις

자부심들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • βασιλεία ἀπὸ ἔθνους εἰς ἔθνος μετάγεται διὰ ἀδικίας καὶ ὕβρεις καὶ χρήματα. (Septuagint, Liber Sirach 10:8)

    (70인역 성경, Liber Sirach 10:8)

  • ἐν γὰρ δὴ τοῖς πρὸ ἡμῶν χρόνοις ἡ μὲν ἀρχαία καὶ φιλόσοφος ῥητορικὴ προπηλακιζομένη καὶ δεινὰς ὕβρεις ὑπομένουσα κατελύετο, ἀρξαμένη μὲν ἀπὸ τῆς Ἀλεξάνδρου τοῦ Μακεδόνος τελευτῆς ἐκπνεῖν καὶ μαραίνεσθαι κατ ὀλίγον, ἐπὶ δὲ τῆς καθ ἡμᾶς ἡλικίας μικροῦ δεήσασα εἰς τέλος ἠφανίσθαι: (Dionysius of Halicarnassus, De antiquis oratoribus, chapter 12)

    (디오니시오스, De antiquis oratoribus, chapter 12)

  • τοὺς μὲν φόνους εἴργασμαι οὓς λέγει, τὰ δ ἄλλα πάντα, τὰς μοιχείας καὶ τὰς τῶν ἐφήβων ὕβρεις καὶ τὰς διαφθορὰς τῶν παρθένων, ταῦτα πάντα Κυνίσκος μου κατεψεύσατο. (Lucian, Cataplus, (no name) 27:2)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 27:2)

  • τὴν δὲ πόλιν αὐτὴν ὁρῶν ὀλιγωρίᾳ τῶν προεστώτων διεφθαρμένην, τῶν πολλῶν κλεπτόντων, μᾶλλον δὲ ἁρπαζόντων τὰ κοινά, ὑδάτων τε ἐπιρροίαις ἀνεκτησάμην καὶ οἰκοδομημάτων ἀναστάσεσιν ἐκόσμησα καὶ τειχῶν περιβολῇ ἐκράτυνα καὶ τὰς προσόδους, ὅσαι ἦσαν κοιναί, τῇ τῶν ἐφεστώτων ἐπιμελείᾳ ῥᾳδίως ἐπηύξησα καὶ τῆς νεολαίας ἐπεμελούμην καὶ τῶν γερόντων προὐνόουν καὶ τὸν δῆμον ἐν θέαις καὶ διανομαῖς καὶ πανηγύρεσι καὶ δημοθοινίαις διῆγον, ὕβρεις δὲ παρθένων ἢ ἐφήβων διαφθοραὶ ἢ γυναικῶν ἀπαγωγαὶ ἢ δορυφόρων ἐπιπέμψεις ἢ δεσποτική τις ἀπειλὴ ἀποτρόπαιά μοι καὶ ἀκοῦσαι ἦν. (Lucian, Phalaris, book 1 3:5)

    (루키아노스, Phalaris, book 1 3:5)

  • περὶ δὲ τῶν ἐν τοῖς βαλανείοις δρωμένων πολλὰ μὲν διεξῄει, τὸ πλῆθος τῶν ἑπομένων, τὰς ὕβρεις, τοὺς ἐπικειμένους τοῖς οἰκέταις καὶ μικροῦ δεῖν ἐκφερομένους. (Lucian, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 34:1)

    (루키아노스, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 34:1)

유의어

  1. 자부심

  2. 오만

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION