헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τρίγωνον

2군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: τρίγωνον τριγώνου

형태분석: τριγων (어간) + ον (어미)

  1. 삼각형, 세모꼴
  2. 삼각형, 세모꼴
  1. triangle (geometric shape)
  2. triangle (musical instrument)
  3. one of the Athenian lawcourts
  4. a type of lozenge

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 τρίγωνον

삼각형이

τριγώνω

삼각형들이

τρίγωνα

삼각형들이

속격 τριγώνου

삼각형의

τριγώνοιν

삼각형들의

τριγώνων

삼각형들의

여격 τριγώνῳ

삼각형에게

τριγώνοιν

삼각형들에게

τριγώνοις

삼각형들에게

대격 τρίγωνον

삼각형을

τριγώνω

삼각형들을

τρίγωνα

삼각형들을

호격 τρίγωνον

삼각형아

τριγώνω

삼각형들아

τρίγωνα

삼각형들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐν δὴ τούτοισ καὶ Ἱππίου τουτουὶ τοῦ καθ’ ἡμᾶσ μεμνῆσθαι ἄξιον, ἀνδρὸσ λόγοισ μὲν παρ’ ὅντινα βούλει τῶν πρὸ αὐτοῦ γεγυμνασμένου καὶ συνεῖναί τε ὀξέοσ καὶ ἑρμηνεῦσαι σαφεστάτου, τὰ δὲ ἔργα πολὺ τῶν λόγων ἀμείνω παρεχομένου καὶ τὴν τῆσ τέχνησ ὑπόσχεσιν ἀποπληροῦντοσ, οὐκ ἐν τοιαύταισ μὲν ὑποθέσεσιν ἐν αἷσ οἱ πρὸ αὐτοῦ πρῶτοι γενέσθαι εὐτύχησαν, κατὰ δὲ τὸν γεωμετρικὸν λόγον ἐπὶ τῆσ δοθείσησ, φασίν, εὐθείασ τὸ τρίγωνον ἀκριβῶσ συνισταμένου. (Lucian, (no name) 3:2)

    (루키아노스, (no name) 3:2)

  • αὐτοῖσ τρίγωνον, τὸ δἰ ἀλλήλων, τὸ πεντάγραμμον, ᾧ συμβόλῳ πρὸσ τοὺσ ὁμοδόξουσ ἐχρῶντο, ὑγίεια πρὸσ αὐτῶν ὠνομάζετο, καὶ ὅλωσ ἡγοῦντο τῷ μὲν ὑγιαίνειν τὸ εὖ πράττειν καὶ τὸ χαίρειν εἶναι, οὔτε δὲ τῷ εὖ πράττειν οὔτε τῷ χαίρειν πάντωσ καὶ τὸ ὑγιαίνειν. (Lucian, Pro lapsu inter salutandum 11:1)

    (루키아노스, Pro lapsu inter salutandum 11:1)

  • ἃ σὺ δοκέεισ τέσσαρα, ταῦτα δέκα ἐστὶ καὶ τρίγωνον ἐντελὲσ καὶ ἡμέτερον ὁρ́κιον. (Lucian, Vitarum auctio, (no name) 4:6)

    (루키아노스, Vitarum auctio, (no name) 4:6)

  • κἄλλην τρίγωνον εἶδον ἔχουσαν, εἶτ’ ᾖδεν πρὸσ αὐτὸ μέλοσ Ιὠνικόν τι. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 15, book 15 4:4)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 15, book 15 4:4)

  • καὶ τὸ τρίγωνον δὲ καλούμενον ὄργανον Ιὄβασ ἐν τετάρτῳ θεατρικῆσ ἱστορίασ Σύρων εὑρ́ημά φησιν εἶναι, ὡσ καὶ τὸν καλούμενον λυροφοίνικα σαμβύκην. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 77 2:14)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 77 2:14)

유의어

  1. 삼각형

  2. 삼각형

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION