헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τραγικός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: τραγικός τραγική τραγικόν

형태분석: τραγικ (어간) + ος (어미)

어원: tra/gos

  1. 비극의, 불운한
  2. 비극의, 불운한
  3. 침울한, 애도하는, 우울한
  1. of or like a goat, goatish
  2. of or for tragedy, tragic, tragic
  3. tragic, stately, majestic
  4. in tragic style, plaintive
  5. in tragic style or fashion
  6. in splendour

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 τραγικός

(이)가

τραγική

(이)가

τραγικόν

(것)가

속격 τραγικοῦ

(이)의

τραγικῆς

(이)의

τραγικοῦ

(것)의

여격 τραγικῷ

(이)에게

τραγικῇ

(이)에게

τραγικῷ

(것)에게

대격 τραγικόν

(이)를

τραγικήν

(이)를

τραγικόν

(것)를

호격 τραγικέ

(이)야

τραγική

(이)야

τραγικόν

(것)야

쌍수주/대/호 τραγικώ

(이)들이

τραγικᾱ́

(이)들이

τραγικώ

(것)들이

속/여 τραγικοῖν

(이)들의

τραγικαῖν

(이)들의

τραγικοῖν

(것)들의

복수주격 τραγικοί

(이)들이

τραγικαί

(이)들이

τραγικά

(것)들이

속격 τραγικῶν

(이)들의

τραγικῶν

(이)들의

τραγικῶν

(것)들의

여격 τραγικοῖς

(이)들에게

τραγικαῖς

(이)들에게

τραγικοῖς

(것)들에게

대격 τραγικούς

(이)들을

τραγικᾱ́ς

(이)들을

τραγικά

(것)들을

호격 τραγικοί

(이)들아

τραγικαί

(이)들아

τραγικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τῆσ δὲ κατὰ τοῦτον ὀρχήσεωσ τῆσ τραγικῆσ καλουμένησ πρῶτοσ εἰσηγητὴσ γέγονε Βάθυλλόν φησιν Ἀλεξανδρεύσ, ὅν φησι παντομίμουσ ὀρχήσασθαι Σέλευκοσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 371)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 371)

  • τοῦτον τὸν Βάθυλλόν φησιν Ἀριστόνικοσ καὶ Πυλάδην, οὗ ἐστι καὶ σύγγραμμα περὶ ὀρχήσεωσ, τὴν Ἰταλικὴν ὄρχησιν συστήσασθαι ἐκ τῆσ κωμικῆσ, ἣ ἐκαλεῖτο κόρδαξ, καὶ τῆσ τραγικῆσ, ἣ ἐκαλεῖτο ἐμμέλεια, καὶ τῆσ σατυρικῆσ ἣ ἐλέγετο σίκιννισ διὸ καὶ οἱ σάτυροι σικιννισταί, ἧσ εὑρετὴσ Σίκιννόσ τισ βάρβαροσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 372)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 372)

  • τὸ τοῦ Θησέωσ ἐκεῖνο μιμησόμεθα, καί τι λίνον παρὰ τῆσ τραγικῆσ Ἀριάδνησ λαβόντεσ εἴσιμεν ἐσ τὸν λαβύρινθον ἕκαστον, ὡσ ἔχειν ἀπραγμόνωσ μηρυόμενοι αὐτὸ ἐξιέναι Τίσ οὖν ἂν ἡμῖν Ἀριάδνη γένοιτ̓ ἂν ἢ πόθεν τοῦ λίνου εὐπορήσομεν; (Lucian, 97:8)

    (루키아노스, 97:8)

  • φέρε γάρ, εἴ τισ ἐπιὼν τὰ συγγράμματα τῶν παλαιῶν ἐκλαμβάνοι τὰ κάκιστα τῶν ἐν αὐτοῖσ, καὶ βιβλίον ἔχοι συντεταγμένον, οἱο͂ν Ὁμηρικῶν στίχων ἀκεφάλων καὶ τραγικῶν σολοικισμῶν καὶ τῶν ὑπ’ Ἀρχιλόχου πρὸσ τὰσ γυναῖκασ ἀπρεπῶσ καὶ ἀκολάστωσ εἰρημένων, ἑαυτὸν παραδειγματίζοντοσ, ἆρ’ οὐκ ἔστι τῆσ τραγικῆσ κατάρασ ἄξιοσ, ὄλοιο θνητῶν ἐκλέγων τὰσ συμφοράσ; (Plutarch, De curiositate, section 10 1:2)

    (플루타르코스, De curiositate, section 10 1:2)

  • ἆρ’ οὐκ ἔστι τῆσ τραγικῆσ κατάρασ ἄξιοσ, ὄλοιο θνητῶν ἐκλέγων τὰσ συμφοράσ; (Plutarch, De curiositate, section 10 5:1)

    (플루타르코스, De curiositate, section 10 5:1)

유의어

  1. 비극의

  2. 비극의

  3. in splendour

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION