- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τόπος?

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: topos 고전 발음: [또뽀] 신약 발음: [또뽀]

기본형: τόπος τόπου

형태분석: τοπ (어간) + ος (어미)

  1. 지점, 장소
  2. (수사적으로) 다반사
  3. 자리, 공직
  4. 기회, 가능성
  1. place, location
  2. (rhetoric) commonplace
  3. position, office
  4. opportunity, possibility

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 τόπος

지점이

τόπω

지점들이

τόποι

지점들이

속격 τόπου

지점의

τόποιν

지점들의

τόπων

지점들의

여격 τόπῳ

지점에게

τόποιν

지점들에게

τόποις

지점들에게

대격 τόπον

지점을

τόπω

지점들을

τόπους

지점들을

호격 τόπε

지점아

τόπω

지점들아

τόποι

지점들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀπωλείᾳ ἀπολεῖτε πάντας τοὺς τόπους, ἐν οἷς ἐλάτρευσαν ἐκεῖ τοῖς θεοῖς αὐτῶν, οὓς ὑμεῖς κληρονομεῖτε αὐτούς, ἐπὶ τῶν ὀρέων τῶν ὑψηλῶν καὶ ἐπὶ τῶν θινῶν καὶ ὑποκάτω δένδρου δασέος. (Septuagint, Liber Deuteronomii 12:2)

    (70인역 성경, 신명기 12:2)

  • καὶ τοῖς ἐν Χεβρὼν καὶ εἰς πάντας τοὺς τόπους, οὓς διῆλθε Δαυὶδ ἐκεῖ, αὐτὸς καὶ οἱ ἄνδρες αὐτοῦ. (Septuagint, Liber I Samuelis 30:31)

    (70인역 성경, 사무엘기 상권 30:31)

  • καὶ συνέτριψε τὰς στήλας καὶ ἐξωλόθρευσε τὰ ἄλση καὶ ἔπλησε τοὺς τόπους αὐτῶν ὀστέων ἀνθρώπων. (Septuagint, Liber II Regum 23:14)

    (70인역 성경, 열왕기 하권 23:14)

  • ὅσοι οὖν κατὰ τοὺς τόπους οἰκοῦσι, βοηθείτωσαν αὐτῷ οἱ ἐν τῷ τόπῳ αὐτοῦ ἐν χρυσίῳ καὶ ἐν ἀργυρίῳ, ἐν δόσεσι μεθ᾿ ἵππων καὶ κτηνῶν σὺν τοῖς ἄλλοις τοῖς κατ᾿ εὐχὰς προστεθειμένοις εἰς τὸ ἱερὸν τοῦ Κυρίου τὸ ἐν Ἱερουσαλήμ. (Septuagint, Liber Esdrae I 2:6)

    (70인역 성경, 에즈라기 2:6)

  • καὶ πρὸς Σπαρτιάτας καὶ τόπους ἑτέρους ἀπέστειλεν ἐπιστολὰς κατὰ τὰ αὐτά. (Septuagint, Liber Maccabees I 12:2)

    (70인역 성경, Liber Maccabees I 12:2)

유의어

  1. 지점

  2. 자리

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION