헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διείργω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διείργω

형태분석: διείργ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 나누다, 분할하다, 가르다
  2. 사이에 있다, 사이에 눕다
  1. to keep asunder, separate
  2. to lie between

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διείργω

(나는) 나눈다

διείργεις

(너는) 나눈다

διείργει

(그는) 나눈다

쌍수 διείργετον

(너희 둘은) 나눈다

διείργετον

(그 둘은) 나눈다

복수 διείργομεν

(우리는) 나눈다

διείργετε

(너희는) 나눈다

διείργουσιν*

(그들은) 나눈다

접속법단수 διείργω

(나는) 나누자

διείργῃς

(너는) 나누자

διείργῃ

(그는) 나누자

쌍수 διείργητον

(너희 둘은) 나누자

διείργητον

(그 둘은) 나누자

복수 διείργωμεν

(우리는) 나누자

διείργητε

(너희는) 나누자

διείργωσιν*

(그들은) 나누자

기원법단수 διείργοιμι

(나는) 나누기를 (바라다)

διείργοις

(너는) 나누기를 (바라다)

διείργοι

(그는) 나누기를 (바라다)

쌍수 διείργοιτον

(너희 둘은) 나누기를 (바라다)

διειργοίτην

(그 둘은) 나누기를 (바라다)

복수 διείργοιμεν

(우리는) 나누기를 (바라다)

διείργοιτε

(너희는) 나누기를 (바라다)

διείργοιεν

(그들은) 나누기를 (바라다)

명령법단수 δίειργε

(너는) 나누어라

διειργέτω

(그는) 나누어라

쌍수 διείργετον

(너희 둘은) 나누어라

διειργέτων

(그 둘은) 나누어라

복수 διείργετε

(너희는) 나누어라

διειργόντων, διειργέτωσαν

(그들은) 나누어라

부정사 διείργειν

나누는 것

분사 남성여성중성
διειργων

διειργοντος

διειργουσα

διειργουσης

διειργον

διειργοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διείργομαι

(나는) 나눠진다

διείργει, διείργῃ

(너는) 나눠진다

διείργεται

(그는) 나눠진다

쌍수 διείργεσθον

(너희 둘은) 나눠진다

διείργεσθον

(그 둘은) 나눠진다

복수 διειργόμεθα

(우리는) 나눠진다

διείργεσθε

(너희는) 나눠진다

διείργονται

(그들은) 나눠진다

접속법단수 διείργωμαι

(나는) 나눠지자

διείργῃ

(너는) 나눠지자

διείργηται

(그는) 나눠지자

쌍수 διείργησθον

(너희 둘은) 나눠지자

διείργησθον

(그 둘은) 나눠지자

복수 διειργώμεθα

(우리는) 나눠지자

διείργησθε

(너희는) 나눠지자

διείργωνται

(그들은) 나눠지자

기원법단수 διειργοίμην

(나는) 나눠지기를 (바라다)

διείργοιο

(너는) 나눠지기를 (바라다)

διείργοιτο

(그는) 나눠지기를 (바라다)

쌍수 διείργοισθον

(너희 둘은) 나눠지기를 (바라다)

διειργοίσθην

(그 둘은) 나눠지기를 (바라다)

복수 διειργοίμεθα

(우리는) 나눠지기를 (바라다)

διείργοισθε

(너희는) 나눠지기를 (바라다)

διείργοιντο

(그들은) 나눠지기를 (바라다)

명령법단수 διείργου

(너는) 나눠져라

διειργέσθω

(그는) 나눠져라

쌍수 διείργεσθον

(너희 둘은) 나눠져라

διειργέσθων

(그 둘은) 나눠져라

복수 διείργεσθε

(너희는) 나눠져라

διειργέσθων, διειργέσθωσαν

(그들은) 나눠져라

부정사 διείργεσθαι

나눠지는 것

분사 남성여성중성
διειργομενος

διειργομενου

διειργομενη

διειργομενης

διειργομενον

διειργομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐδίειργον

(나는) 나누고 있었다

ἐδίειργες

(너는) 나누고 있었다

ἐδίειργεν*

(그는) 나누고 있었다

쌍수 ἐδιείργετον

(너희 둘은) 나누고 있었다

ἐδιειργέτην

(그 둘은) 나누고 있었다

복수 ἐδιείργομεν

(우리는) 나누고 있었다

ἐδιείργετε

(너희는) 나누고 있었다

ἐδίειργον

(그들은) 나누고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐδιειργόμην

(나는) 나눠지고 있었다

ἐδιείργου

(너는) 나눠지고 있었다

ἐδιείργετο

(그는) 나눠지고 있었다

쌍수 ἐδιείργεσθον

(너희 둘은) 나눠지고 있었다

ἐδιειργέσθην

(그 둘은) 나눠지고 있었다

복수 ἐδιειργόμεθα

(우리는) 나눠지고 있었다

ἐδιείργεσθε

(너희는) 나눠지고 있었다

ἐδιείργοντο

(그들은) 나눠지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸ δεύτερον δὲ πρῶτα μὲν γραμμαὶ δύο, ταύτασ διείργει δὲ ἐν μέσαισ ἄλλη μία. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 80 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 80 2:1)

  • καὶ διείργειν τοὺσ μαχομένουσ, καὶ οὓσ οὐ γιγνώσκει. (Theophrastus, Characters, 5:2)

    (테오프라스토스, Characters, 5:2)

  • διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμισ, ὡσ τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεοσ ἀσφαλὲσ αἰὲν ἕδοσ μένει οὐρανόσ. (Pindar, Odes, nemean odes, nemean 6 1:3)

    (핀다르, Odes, nemean odes, nemean 6 1:3)

  • Ὁ ἐγκέφαλοσ τοῦ ἀνθρώπου ἐστὶ διπλόοσ ὥσπερ καὶ τοῖσιν ἄλλοισι ζώοισιν ἅπασιν‧ τὸ δὲ μέσον αὐτοῦ διείργει μῆνιγξ λεπτή‧ διὸ οὐκ αἰεὶ κατὰ τωὐτὸ τῆσ κεφαλὴσ ἀλγέει, ἀλλ’ ἐν μέρει ἑκάτερον, ὁτὲ δὲ ἅπασαν. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 3.2)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 3.2)

  • καὶ τὸν Τάναϊν τοῦτον εἰσὶν οἳ ὁρ́ον ποιοῦσι τῆσ Ἀσίασ καὶ τῆσ Εὐρώπησ, οἷσ δὴ ἀπὸ τοῦ μυχοῦ τοῦ πόντου τοῦ Εὐξείνου ἡ λίμνη τε ἡ Μαιῶτισ καὶ ὁ ἐσ ταύτην ἐξιεὶσ ποταμὸσ ὁ Τάναισ οὗτοσ διείργει τὴν Ἀσίαν καὶ τὴν Εὐρώπην, καθάπερ ἡ κατὰ Γάδειρά τε καὶ τοὺσ ἀντιπέρασ Γαδείρων Λίβυασ τοὺσ Νομάδασ· (Arrian, Anabasis, book 3, chapter 30 8:1)

    (아리아노스, Anabasis, book 3, chapter 30 8:1)

유의어

  1. 나누다

  2. 사이에 있다

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION