- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πιναρός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: pinaros 고전 발음: [삐나로] 신약 발음: [삐나로]

기본형: πιναρός πιναρή πιναρόν

형태분석: πιναρ (어간) + ος (어미)

어원: πίνος

  1. 더러운, 지저분한, 누추한
  1. dirty, squalid

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 πιναρός

더러운 (이)가

πιναρά

더러운 (이)가

πιναρόν

더러운 (것)가

속격 πιναροῦ

더러운 (이)의

πιναρᾶς

더러운 (이)의

πιναροῦ

더러운 (것)의

여격 πιναρῷ

더러운 (이)에게

πιναρᾷ

더러운 (이)에게

πιναρῷ

더러운 (것)에게

대격 πιναρόν

더러운 (이)를

πιναράν

더러운 (이)를

πιναρόν

더러운 (것)를

호격 πιναρέ

더러운 (이)야

πιναρά

더러운 (이)야

πιναρόν

더러운 (것)야

쌍수주/대/호 πιναρώ

더러운 (이)들이

πιναρά

더러운 (이)들이

πιναρώ

더러운 (것)들이

속/여 πιναροῖν

더러운 (이)들의

πιναραῖν

더러운 (이)들의

πιναροῖν

더러운 (것)들의

복수주격 πιναροί

더러운 (이)들이

πιναραί

더러운 (이)들이

πιναρά

더러운 (것)들이

속격 πιναρῶν

더러운 (이)들의

πιναρῶν

더러운 (이)들의

πιναρῶν

더러운 (것)들의

여격 πιναροῖς

더러운 (이)들에게

πιναραῖς

더러운 (이)들에게

πιναροῖς

더러운 (것)들에게

대격 πιναρούς

더러운 (이)들을

πιναράς

더러운 (이)들을

πιναρά

더러운 (것)들을

호격 πιναροί

더러운 (이)들아

πιναραί

더러운 (이)들아

πιναρά

더러운 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "παρελθὼν γὰρ εἰς τὴν ἐκκλησίαν τῶν Παριανῶν - ἐκόμα δὲ ἤδη καὶ τρίβωνα πιναρὸν ἠμπείχετο καὶ πήραν παρήρτητο καὶ τὸ ξύλον ἐν τῇ χειρὶ ἦν, καὶ ὅλως μάλα τραγικῶς ἐσκεύαστο - τοιοῦτος οὖν ἐπιφανεὶς αὐτοῖς ἀφεῖναι ἔφη τὴν οὐσίαν ἣν ὁ μακαρίτης πατήρ αὐτῷ κατέλιπεν δημοσίαν εἶναι πᾶσαν. (Lucian, De morte Peregrini, (no name) 9:32)

    (루키아노스, De morte Peregrini, (no name) 9:32)

  • "μὴ μυσαχθῇς δὲ τοῦ σχήματος τὸ εὐτελὲς μηδὲ τῆς ἐσθῆτος τὸ πιναρὸν ἀπὸ γὰρ τοιούτων ὁρμώμενος καὶ Φειδίας ἐκεῖνος ἔδειξε τὸν Δία καὶ Πολύκλειτος τὴν Ἥραν εἰργάσατο καὶ Μύρων ἐπῃνέθη καὶ Πραξιτέλης ἐθαυμάσθη. (Lucian, Somnium sive vita Luciani, (no name) 7:7)

    (루키아노스, Somnium sive vita Luciani, (no name) 7:7)

  • "ἀφεὶς δὲ αὖ τοὺς τηλικούτους καὶ τοιούτους ἄνδρας καὶ πράξεις λαμπρὰς καὶ λόγους σεμνοὺς καὶ σχῆμα εὐπρεπὲς καὶ τιμὴν καὶ δόξαν καὶ ἔπαινον καὶ προεδρίας καὶ δύναμιν καὶ ἀρχὰς καὶ τὸ ἐπὶ λόγοις εὐδοκιμεῖν καὶ τὸ ἐπὶ συνέσει εὐδαιμονίζεσθαι, χιτώνιόν τι πιναρὸν ἐνδύσῃ καὶ σχῆμα δουλοπρεπὲς ἀναλήψῃ καὶ μοχλία καὶ γλυφεῖα καὶ κοπέας καὶ κολαπτῆρας ἐν ταῖν χεροῖν ἕξεις κάτω νενευκὼς εἰς τὸ ἔργον, χαμαιπετὴς καὶ χαμαίζηλος καὶ πάντα τρόπον ταπεινός, ἀνακύπτων δὲ οὐδέποτε οὐδὲ ἀνδρῶδες οὐδὲ ἐλεύθερον οὐδὲν ἐπινοῶν, ἀλλὰ τὰ μὲν ἔργα ὅπως εὔρυθμα καὶ εὐσχήμονα ἔσται σοι προνοῶν, ὅπως δὲ αὐτὸς εὔρυθμός τε καὶ κόσμιος ἔσῃ, ἥκιστα πεφροντικώς, ἀλλ ἀτιμότερον ποιῶν σεαυτὸν λίθων. (Lucian, Somnium sive vita Luciani, (no name) 8:13)

    (루키아노스, Somnium sive vita Luciani, (no name) 8:13)

  • ἐπεὶ δὲ ἀπέθανε πρῴην, ἅπαντα ἐκεῖνα κατὰ τοὺς νόμους Σίμωνός ἐστι, καὶ νῦν ἐκεῖνος ὁ τὰ ῥάκια τὰ πιναρά, ὁ τὸ τρύβλιον περιλείχων, ἄσμενος ἐξελαύνει ἁλουργῆ καὶ ὑσγινοβαφῆ ἀμπεχόμενος, οἰκέτας καὶ ζεύγη καὶ χρυσᾶ ἐκπώματα καὶ ἐλεφαντόποδας τραπέζας ἔχων, ὑφ ἁπάντων προσκυνούμενος, οὐδὲ προσβλέπων ἔτι ἡμᾶς: (Lucian, Gallus, (no name) 14:11)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 14:11)

  • "ὑψηλότεροι τῶν Ἰνδικῶν, μέλανες καὶ αὐτοὶ καὶ λάσιοι πιναρᾷ καὶ αὐχμώσῃ τῇ λάχνῃ. (Lucian, Philopsuedes sive incredulus, (no name) 22:2)

    (루키아노스, Philopsuedes sive incredulus, (no name) 22:2)

  • τίς οὗτός ἐστιν, ὦ Ἑρμῆ, ὁ κεκραγὼς ἐκ τῆς Ἀττικῆς παρὰ τὸν Ὑμηττὸν ἐν τῇ ὑπωρείᾳ πιναρὸς ὅλος καὶ αὐχμῶν καὶ ὑποδίφθερος· (Lucian, Timon, (no name) 7:1)

    (루키아노스, Timon, (no name) 7:1)

  • μετὰ δὲ Αἰγαίας Ἰσσὸς πολίχνιον ὕφορμον ἔχον καὶ ποταμὸς Πίναρος. (Strabo, Geography, Book 14, chapter 5 38:1)

    (스트라본, 지리학, Book 14, chapter 5 38:1)

유의어

  1. 더러운

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION