헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τόνος

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: τόνος τόνου

형태분석: τον (어간) + ος (어미)

어원: tei/nw

  1. 줄, 노끈, 밧줄
  2. 화음
  3. 비고, 부드러운 음정, 해오라기
  1. rope, cord
  2. chord
  3. tone, note

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 τόνος

줄이

τόνω

줄들이

τόνοι

줄들이

속격 τόνου

줄의

τόνοιν

줄들의

τόνων

줄들의

여격 τόνῳ

줄에게

τόνοιν

줄들에게

τόνοις

줄들에게

대격 τόνον

줄을

τόνω

줄들을

τόνους

줄들을

호격 τόνε

줄아

τόνω

줄들아

τόνοι

줄들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἡ δὲ λέξισ ἐστὶ τοῦ Δεινάρχου κυρίωσ ἠθική, πάθοσ κινοῦσα, σχεδὸν τῇ πικρίᾳ μόνον καὶ τῷ τόνῳ τοῦ Δημοσθενικοῦ χαρακτῆροσ λειπομένη, τοῦ δὲ πιθανοῦ καὶ κυρίου μηδὲν ἐνδέουσα. (Dionysius of Halicarnassus, De Dinarcho, chapter 1 3:4)

    (디오니시오스, De Dinarcho, chapter 1 3:4)

  • καὶ πρόχειλόσ ἐστι καὶ λεπτὸσ ἄγαν τοῖν σκελοῖν, καὶ ἐφθέγγετο ἐπισεσυρμένον τι καὶ συνεχὲσ καὶ ἐπίτροχον, Ἑλληνιστὶ μέν, ἐσ τὸ πάτριον δὲ τῷ ψόφῳ καὶ τῷ τῆσ φωνῆσ τόνῳ, ἡ κόμη δὲ καὶ ἐσ τοὐπίσω ὁ πλόκαμοσ συνεσπειραμένοσ οὐκ ἐλεύθερον αὐτόν φησιν εἶναι. (Lucian, 5:1)

    (루키아노스, 5:1)

  • σύνθετοσ οὖν ὁ τοῦ διπλασίου λόγοσ ἐστὶν ἐκ τοῦ ἡμιολίου καὶ τοῦ ἐπιτρίτου, καθάπερ ὁ τοῦ διὰ πασῶν ἐκ τοῦ διὰ πέντε καὶ τοῦ διὰ τεσσάρων ἀλλὰ κἀκεῖ τὸ διὰ πέντε τοῦ διὰ τεσσάρων τόνῳ κἀνταῦθα τὸ ἡμιόλιον τοῦ ἐπιτρίτου τῷ ἐπογδόῳ μεῖζόν ἐστι. (Plutarch, De animae procreatione in Timaeo, section 17 12:1)

    (플루타르코스, De animae procreatione in Timaeo, section 17 12:1)

  • τοῦ γὰρ βαρυτέρου τόνῳ ἐπιταθέντοσ, ὅπερ ἐστὶν ἐπόγδοον, γίγνεται σισ’· (Plutarch, De animae procreatione in Timaeo, section 18 8:2)

    (플루타르코스, De animae procreatione in Timaeo, section 18 8:2)

  • τούτου πάλιν τόνῳ ἄλλῳ ἐπιταθέντοσ, γίγνεται σμγ’· (Plutarch, De animae procreatione in Timaeo, section 18 9:1)

    (플루타르코스, De animae procreatione in Timaeo, section 18 9:1)

유의어

  1. 화음

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION