헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

στρατηγικός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: στρατηγικός στρατηγική στρατηγικόν

형태분석: στρατηγικ (어간) + ος (어미)

어원: strathgo/s

  1. 집정관의
  1. of or for a general
  2. fitted for command, versed in generalship
  3. praetorian

곡용 정보

1/2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Καὶ τοίνυν καὶ ἡμῖν τοιοῦτόσ τισ ὁ μαθητὴσ νῦν παραδεδόσθω, συνεῖναί τε καὶ εἰπεῖν οὐκ ἀγεννήσ, ἀλλ̓ ὀξὺ δεδορκώσ, οἱο͂σ καὶ πράγμασι χρήσασθαι ἄν, εἰ ἐπιτραπείη, καὶ γνώμην στρατιωτικήν, ἀλλὰ μετὰ τῆσ πολιτικῆσ καὶ ἐμπειρίαν στρατηγικὴν ἔχειν, καὶ νὴ Δία καὶ ἐν στρατοπέδῳ γεγονώσ ποτε καὶ γυμναζομένουσ ἢ ταττομένουσ στρατιώτασ ἑωρακὼσ καὶ ὅπλα εἰδὼσ καὶ μηχανήματα, ἔτι δὲ καὶ τί ἐπὶ κέρωσ καὶ τί ἐπὶ μετώπου, πῶσ οἱ λόχοι, πῶσ οἱ ἱππεῖσ καὶ πόθεν καὶ τί ἐξελαύνειν ἢ περιελαύνειν, καὶ ὅλωσ, οὐ τῶν κατοικιδίων τισ οὐδ̓ οἱο͂σ πιστεύειν μόνον τοῖσ ἀπαγγέλλουσι. (Lucian, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 371)

    (루키아노스, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 371)

  • ἀπεδύσατο μὲν τὴν ἐναγώνιον καὶ στρατηγικὴν ἐσθῆτα, φεύγοντι δὲ πρέπουσαν μεταλαβὼν ὑπεξῆλθεν. (Plutarch, Caesar, chapter 45 5:2)

    (플루타르코스, Caesar, chapter 45 5:2)

  • ἦν γὰρ ἀλλότριοσ σχολῆσ, καθάπερ ἄλλο τι κτῆμα τὴν στρατηγικὴν καὶ πολεμικὴν ἀρετὴν ἔχειν διὰ παντὸσ ἐν χρήσει καὶ τριβῇ βουλόμενοσ, ὡσ καὶ τῷ περὶ Πτολεμαίου ποτὲ ῥηθέντι τοῦ βασιλέωσ ἀπεδήλωσεν. (Plutarch, Philopoemen, chapter 13 3:1)

    (플루타르코스, Philopoemen, chapter 13 3:1)

  • καὶ παρελθὼν ἐντὸσ ἐβάδιζεν ἐπὶ τὴν στρατηγικὴν σκηνήν, ὥστε θαυμάζειν καὶ διαπορεῖν πάντασ. (Plutarch, Fabius Maximus, chapter 13 3:2)

    (플루타르코스, Fabius Maximus, chapter 13 3:2)

  • οὐκοῦν μηδὲ δόξαν εἴπῃσ μηδὲ σώματοσ εὐμορφίαν μηδὲ στρατηγικὴν χλαμύδα μηδ’ ἱερατικὸν στέφανον, ὧν καὶ τοὺσ κακίστουσ ὁρῶμεν τυγχάνοντασ. (Plutarch, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 13 9:1)

    (플루타르코스, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 13 9:1)

유의어

  1. of or for a general

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION