고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: προαιρετικός προαιρετική προαιρετικόν
Structure: προαιρετικ (Stem) + ος (Ending)
Masculine | Feminine | Neuter | ||
---|---|---|---|---|
Singular | Nominative | προαιρετικός | προαιρετική | προαιρετικόν |
Genitive | προαιρετικοῦ | προαιρετικῆς | προαιρετικοῦ | |
Dative | προαιρετικῷ | προαιρετικῇ | προαιρετικῷ | |
Accusative | προαιρετικόν | προαιρετικήν | προαιρετικόν | |
Vocative | προαιρετικέ | προαιρετική | προαιρετικόν | |
Dual | N/A/V | προαιρετικώ | προαιρετικᾱ́ | προαιρετικώ |
G/D | προαιρετικοῖν | προαιρετικαῖν | προαιρετικοῖν | |
Plural | Nominative | προαιρετικοί | προαιρετικαί | προαιρετικά |
Genitive | προαιρετικῶν | προαιρετικῶν | προαιρετικῶν | |
Dative | προαιρετικοῖς | προαιρετικαῖς | προαιρετικοῖς | |
Accusative | προαιρετικούς | προαιρετικᾱ́ς | προαιρετικά | |
Vocative | προαιρετικοί | προαιρετικαί | προαιρετικά |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | προαιρετικός προαιρετικοῦ | προαιρετικότερος προαιρετικοτεροῦ | προαιρετικότατος προαιρετικοτατοῦ |
Adverb | προαιρετικώς | προαιρετικότερον | προαιρετικότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기