헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παρθένιος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παρθένιος παρθένιᾱ παρθένιον

형태분석: παρθενι (어간) + ος (어미)

어원: parqe/nos

  1. 최초의, 으뜸가는, 최고의, 원래의
  2. 순수한, 맑은, 흰, 순결한
  1. of a maiden or virgin, maiden, maidenly
  2. the son of an unmarried girl, of maidenhood, first
  3. pure, undefiled, white

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 παρθένιος

(이)가

παρθενίᾱ

(이)가

παρθένιον

(것)가

속격 παρθενίου

(이)의

παρθενίᾱς

(이)의

παρθενίου

(것)의

여격 παρθενίῳ

(이)에게

παρθενίᾱͅ

(이)에게

παρθενίῳ

(것)에게

대격 παρθένιον

(이)를

παρθενίᾱν

(이)를

παρθένιον

(것)를

호격 παρθένιε

(이)야

παρθενίᾱ

(이)야

παρθένιον

(것)야

쌍수주/대/호 παρθενίω

(이)들이

παρθενίᾱ

(이)들이

παρθενίω

(것)들이

속/여 παρθενίοιν

(이)들의

παρθενίαιν

(이)들의

παρθενίοιν

(것)들의

복수주격 παρθένιοι

(이)들이

παρθένιαι

(이)들이

παρθένια

(것)들이

속격 παρθενίων

(이)들의

παρθενιῶν

(이)들의

παρθενίων

(것)들의

여격 παρθενίοις

(이)들에게

παρθενίαις

(이)들에게

παρθενίοις

(것)들에게

대격 παρθενίους

(이)들을

παρθενίᾱς

(이)들을

παρθένια

(것)들을

호격 παρθένιοι

(이)들아

παρθένιαι

(이)들아

παρθένια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἕζετο δ’ ἐγγὺσ ὁδοῖο φίλον τετιημένη ἦτορ, Παρθενίῳ φρέατι, ὅθεν ὑδρεύοντο πολῖται, ἐν σκιῇ, αὐτὰρ ὕπερθε πεφύκει θάμνοσ ἐλαίησ, γρηὶ παλαιγενέι ἐναλίγκιοσ, ἥτε τόκοιο εἴργηται δώρων τε φιλοστεφάνου Ἀφροδίτησ, οἱαῖ́ τε τροφοί εἰσι θεμιστοπόλων βασιλήων παίδων καὶ ταμίαι κατὰ δώματα ἠχήεντα. (Anonymous, Homeric Hymns, 12:6)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 12:6)

  • τὸ δὲ βρέφοσ ἐκτεθὲν ἐν ὄρει Παρθενίῳ θηλὴν ὑποσχούσησ ἐλάφου Τήλεφοσ ἐκλήθη, καὶ τραφεὶσ ὑπὸ τῶν Κορύθου βουκόλων καὶ ζητήσασ τοὺσ γονέασ ἧκεν εἰσ Δελφούσ, καὶ μαθὼν παρὰ τοῦ θεοῦ, παραγενόμενοσ εἰσ Μυσίαν θετὸσ παῖσ Τεύθραντοσ γίνεται· (Apollodorus, Library and Epitome, book 3, chapter 9 1:6)

    (아폴로도로스, Library and Epitome, book 3, chapter 9 1:6)

  • τὸ δ’ ἀπολειφθὲν ἐν τῷ Παρθενίῳ βρέφοσ ὑπὸ τῆσ Αὔγησ βουκόλοι τινὲσ Κορύθου τοῦ βασιλέωσ εὑρόντεσ ὑπό τινοσ ἐλάφου τῷ μαστῷ τρεφόμενον, ἐδωρήσαντο τῷ δεσπότῃ. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 4, chapter 33 11:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 4, chapter 33 11:1)

유의어

  1. 순수한

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION