παρακέλευσις
3군 변화 명사; 여성
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
παρακέλευσις
παρακέλευσεως
형태분석:
παρακελευσι
(어간)
+
ς
(어미)
뜻
- a calling out to, cheering on, exhorting, addressing
곡용 정보
3군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ἢ ἐκεῖνὰ σε μάλιστα εἰσ τὴν πίστιν ἐπεσπάσαντο, ἀκούοντα ὡσ Διομήδησ μὲν ἔτρωσε τὴν Ἀφροδίτην, εἶτα τὸν Ἄρη αὐτὸν Ἀθηνᾶσ παρακελεύσει, μετὰ μικρὸν δὲ αὐτοὶ συμπεσόντεσ οἱ θεοὶ ἐμονομάχουν ἀναμὶξ ἄρρενεσ καὶ θήλειαι, καὶ Ἀθηνᾶ μὲν Ἄρη καταγωνίζεται ἅτε καὶ προπεπονηκότα, οἶμαι, ἐκ τοῦ τραύματοσ ὃ παρὰ τοῦ Διομήδουσ εἰλήφει, Λητοῖ δ’ ἀντέστη σῶκοσ ἐριούνιοσ Ἑρμῆσ; (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 40:7)
(루키아노스, Juppiter trageodeus, (no name) 40:7)
- δεξαμένου δὲ τοῦ βαράθρου τὸν ἵππον, ἄχρι μέν τινοσ ἐπειρᾶτο πληγῇ καὶ παρακελεύσει χρώμενοσ ἐξελαύνειν, ὡσ δ’ ἦν ἀμήχανον, ἐάσασ τὸν ἵππον ἑαυτὸν ἔσῳζεν. (Plutarch, chapter 18 4:2)
(플루타르코스, chapter 18 4:2)
- τί οὖν πρέπει ἀνδρὶ πένητι εὐεργέτῃ δεομένῳ ἄγειν σχολὴν ἐπὶ τῇ ὑμετέρᾳ παρακελεύσει; (Plato, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 185:3)
(플라톤, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 185:3)
- οἱ μὲν δὴ χαίροντεσ ἐπὶ τῇ παρακελεύσει τοῦ πατρὸσ ἀπῄεσαν καὶ προσελθόντεσ τῷ βασιλεῖ ἀναδέχονται τὸν ἀγῶνα, κἀκεῖνοσ συγκαλέσασ τὴν βουλὴν καὶ πολλοὺσ ἐπαίνουσ τῶν νεανίσκων διαθέμενοσ ἀποστέλλει πρέσβεισ πρὸσ τὸν Ἀλβανὸν τοὺσ δηλώσοντασ, ὅτι δέχονται Ῥωμαῖοι τὴν αἱρ́εσιν καὶ παρέξονται τοὺσ Ὁρατίουσ διαγωνιουμένουσ ὑπὲρ τῆσ ἀρχῆσ. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 3, chapter 17 8:1)
(디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 3, chapter 17 8:1)
- Καὶ ὁ Σύλλασ αὐτοῖσ ὧδε ἔχουσιν ἐπικείμενοσ ἀπαύστωσ, καὶ τῶν ἰδίων τὸ ἀεὶ πονοῦν ἐναλλάσσων, ἑτέρουσ ἐφ’ ἑτέροισ ἀκμῆτασ ἐπῆγε σὺν κλίμαξι καὶ βοῇ καὶ παρακελεύσει, προτρέπων ἅμα καὶ ἀπειλῶν καὶ παρακαλῶν ὡσ ἐν τῷδε τῷ βραχεῖ τοῦ παντὸσ αὐτοῖσ κριθησομένου. (Appian, The Foreign Wars, chapter 5 10:1)
(아피아노스, The Foreign Wars, chapter 5 10:1)
유의어
-
a calling out to
- παρακέλευμα (격려, 권고, 조장)
- διακελευσμός (격려, 권고, 조장)
- ἐπικέλευσις (격려, 권고, 조장)
- ὀτρυντύς (격려, 권고, 조장)
- παραμύθιον (주소, 권고, 조장)