헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παρακέλευσις

3군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παρακέλευσις παρακέλευσεως

형태분석: παρακελευσι (어간) + ς (어미)

  1. a calling out to, cheering on, exhorting, addressing

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἱ δὲ πλεῖστοι νομίζουσιν, ὧν καὶ ὁ Ιὄβασ ἐστί, παράκλησιν εἶναι καὶ παρακέλευσιν εἰσ φιλεργίαν καὶ ταλασίαν, οὔπω τότε τοῖσ Ἑλληνικοῖσ ὀνόμασι τῶν Ἰταλικῶν ἐπικεχυμένων. (Plutarch, chapter 15 3:2)

    (플루타르코스, chapter 15 3:2)

  • ταύτην γὰρ εἶχον ἐκ τῶν δεσποτῶν τὴν παρακέλευσιν, ζῶντασ αὐτοῖσ τοὺσ νεανίσκουσ κομίσαι. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 79 21:2)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 79 21:2)

  • ὁ δὲ οὐκ ὀργίζεται πρὸσ αὐτοὺσ οὐδ̓ ἔχει χαλεπῶσ, ἀλλ̓ ἔστιν οἶμαι καὶ πατρὸσ εὐνούστεροσ ἑκάστῳ καὶ ἀδελφῶν καὶ φίλων, καὶ δὴ καὶ τοὺσ πολίτασ τοὺσ αὑτοῦ καὶ φίλουσ καὶ συγγενεῖσ αἰδούμενοσ μέν, οὐκ ἀποκρυπτόμενοσ δὲ νουθετεῖ τοσούτῳ μᾶλλον ὅσον τῶν ἄλλων οἰκειοτέρουσ τε καὶ ἀναγκαιοτέρουσ νενόμικεν, ὡσ οἱο͂́ν τε ἐπιτείνασ τοὺσ λόγουσ καὶ σφοδροτέραν τὴν νουθεσίαν καὶ παρακέλευσιν ποιούμενοσ, αὑτῷ τε κἀκείνοισ. (Dio, Chrysostom, Orationes, speech 60 74:1)

    (디오, 크리소토모스, 연설 (2), speech 60 74:1)

  • τὴν δ’ αὐτοῦ παρακέλευσιν εἰσ τοὺσ μεγίστουσ κινδύνουσ δεῖ ὡσ μάλιστα ἐν πίστει διασῴζειν. (Xenophon, Cyropaedia, , chapter 6 24:8)

    (크세노폰, Cyropaedia, , chapter 6 24:8)

  • οἱ δ’ ἐπιθυμίᾳ κέρδουσ προσλαβόντεσ ἡγεμονικὴν παρακέλευσιν οὐ μόνον ἐφ’ ὃν ἐπέμφθησαν τόπον ἡρ́παζον, ἀλλ’ εἰσ πάσασ ἐμπηδῶντεσ τὰσ οἰκίασ ἔσφαζον τοὺσ οἰκήτορασ. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 401:2)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 401:2)

유의어

  1. a calling out to

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION