헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παιδικός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παιδικός

형태분석: παιδικ (어간) + ος (어미)

어원: pai=s

  1. 유치한, 어린애 같은, 어린아이의
  1. Belonging to a child
  2. having to do with children: childish

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 παιδικός

(이)가

παιδική

(이)가

παίδικον

(것)가

속격 παιδικοῦ

(이)의

παιδικῆς

(이)의

παιδίκου

(것)의

여격 παιδικῷ

(이)에게

παιδικῇ

(이)에게

παιδίκῳ

(것)에게

대격 παιδικόν

(이)를

παιδικήν

(이)를

παίδικον

(것)를

호격 παιδικέ

(이)야

παιδική

(이)야

παίδικον

(것)야

쌍수주/대/호 παιδικώ

(이)들이

παιδικᾱ́

(이)들이

παιδίκω

(것)들이

속/여 παιδικοῖν

(이)들의

παιδικαῖν

(이)들의

παιδίκοιν

(것)들의

복수주격 παιδικοί

(이)들이

παιδικαί

(이)들이

παίδικα

(것)들이

속격 παιδικῶν

(이)들의

παιδικῶν

(이)들의

παιδίκων

(것)들의

여격 παιδικοῖς

(이)들에게

παιδικαῖς

(이)들에게

παιδίκοις

(것)들에게

대격 παιδικούς

(이)들을

παιδικᾱ́ς

(이)들을

παίδικα

(것)들을

호격 παιδικοί

(이)들아

παιδικαί

(이)들아

παίδικα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἕτεροσ δέ τισ πρὸσ σκυτοτόμον ταδὶ λέγει νεανίαν καὶ πέοσ ἔχοντ’ οὐ παιδικόν· (Aristophanes, Lysistrata, Episode14)

    (아리스토파네스, Lysistrata, Episode14)

  • ἔστι δὴ παρὰ τῷ Ἡροδότῳ βασιλεύσ τισ Λυδῶν, ὃν ἐκεῖνοσ Κανδαύλην καλεῖ, Μυρσίλον δὲ καλεῖσθαί φησιν ὑφ’ Ἑλλήνων, τῆσ ἑαυτοῦ γυναικὸσ ἐρῶν, ἔπειτα ἀξιῶν τινα τῶν ἑταίρων αὐτοῦ γυμνὴν τὴν ἄνθρωπον ἰδεῖν, ὃ δὲ ἀπομαχόμενοσ μὴ ἀναγκασθῆναι, ὡσ δὲ οὐκ ἔπειθεν, ὑπομένων τε καὶ θεώμενοσ αὐτήν ‐ πρᾶγμα οὐχ ὅτι σεμνὸν ἢ καλλιλογεῖσθαι ἐπιτήδειον, ἀλλὰ καὶ παιδικὸν καὶ ἐπικίνδυνον καὶ τοῦ αἰσχροῦ μᾶλλον ἢ τοῦ καλοῦ ἐγγυτέρῳ· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 336)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 336)

  • καὶ καθάπερ Ἡρόδοτόσ φησιν ἅμα τῷ χιτῶνι συνεχδύεσθαι τὴν αἰδῶ τὰσ γυναῖκασ, οὕτωσ ἔνιοι τῶν νέων ἅμα τῷ τὸ παιδικὸν ἱμάτιον ἀποθέσθαι συναποθέμενοι τὸ αἰδεῖσθαι καὶ φοβεῖσθαι καὶ λύσαντεσ τὴν κατασχηματίζουσαν αὐτοὺσ περιβολὴν εὐθὺσ ἐμπίπλανται τῆσ ἀναγωγίασ. (Plutarch, De Recta Ratione Audiendi, chapter, section 1 3:1)

    (플루타르코스, De Recta Ratione Audiendi, chapter, section 1 3:1)

  • στέργουσιν, οὕτω σε δεῖ πολὺν χρόνον ἐν φιλοσοφίᾳ παρατρεφόμενον καὶ πᾶν μάθημα καὶ ἄκουσμα παιδικὸν ἀπ’ ἀρχῆσ ἐθισθέντα προσφέρεσθαι λόγῳ φιλοσόφῳ μεμιγμένον, εὐμενῆ καὶ οἰκεῖον ἥκειν εἰσ φιλοσοφίαν, ἣ μόνη τὸν ἀνδρεῖον καὶ τέλειον ὡσ ἀληθῶσ ἐκ λόγου τοῖσ νέοισ περιτίθησι κόσμον Οὐκ ἂν ἀηδῶσ; (Plutarch, De Recta Ratione Audiendi, chapter, section 2 2:1)

    (플루타르코스, De Recta Ratione Audiendi, chapter, section 2 2:1)

  • τοῦτον ἐκ παιδὸσ ἔμφυτον ἔχων ἔρωτα, συντρεφόμενον καὶ συναυξανόμενον, ὡσ ἀφίκοντο πρέσβεισ παρὰ τοῦ Περσῶν βασιλέωσ πρὸσ Φίλιππον, ὁ δ’ οὐκ ἔνδημοσ ἦν, φιλοφρονούμενοσ καὶ ξενίζων αὐτοὺσ Ἀλέξανδροσ οὐδὲν ἠρώτα παιδικόν, οἱο͂ν οἱ ἄλλοι, περὶ τῆσ χρυσῆσ ἀναδενδράδοσ ἢ τῶν κρεμαστῶν κήπων ἢ πῶσ ὁ βασιλεὺσ κεκόσμηται, ἀλλ’ ὅλοσ ἐν τοῖσ κυριωτάτοισ ἦν τῆσ ἡγεμονίασ, διαπυνθανόμενοσ πόση δύναμισ ἡ Περσῶν, ποῦ τεταγμένοσ βασιλεὺσ ἐν ταῖσ μάχαισ διαγωνίζεται καθάπερ Ὀδυσσεὺσ ἐκεῖνοσ, ποῦ δέ οἱ ἔντεα κεῖται ἀρήια, ποῦ δέ οἱ ἵπποι; (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 11 2:1)

    (플루타르코스, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 11 2:1)

유의어

  1. Belonging to a child

  2. 유치한

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION