헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λόφος

2군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: λόφος λόφου

형태분석: λοφ (어간) + ος (어미)

  1. 목, 갈기, 고개, 목구멍, 식도, 인후
  2. 줄기, 두덩, 턱
  3. 벼슬, 볏
  4. 닭 벼슬, 빗
  1. the back of the neck, rubs it, the mane, the nape of the neck, the neck
  2. the crest of a hill, a ridge
  3. the crest
  4. the crest on the head, comb
  5. the tuft of hair

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 λόφος

목이

λόφω

목들이

λόφοι

목들이

속격 λόφου

목의

λόφοιν

목들의

λόφων

목들의

여격 λόφῳ

목에게

λόφοιν

목들에게

λόφοις

목들에게

대격 λόφον

목을

λόφω

목들을

λόφους

목들을

호격 λόφε

목아

λόφω

목들아

λόφοι

목들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τί οὖν οὐχὶ καὶ σύ, ὦ Ἀθηνᾶ, τὴν κόρυν ἀφελοῦσα ψιλὴν τὴν κεφαλὴν ἐπιδεικνύεισ, ἀλλ’ ἐπισείεισ τὸν λόφον καὶ τὸν δικαστὴν φοβεῖσ; (Lucian, Dearum judicium, (no name) 10:5)

    (루키아노스, Dearum judicium, (no name) 10:5)

  • ὁρᾶτε, ὦ Ἑρμῆ καὶ Φιλοσοφία, δύο μὲν ὄρη μέγιστα καὶ κάλλιστα ὀρῶν ἁπάντων Αἷμόσ ἐστιν τὸ μεῖζον, ἡ καταντικρὺ δὲ Ῥοδόπη πεδίον δ’ ὑποπεπταμένον πάμφορον, ἀπὸ τῶν προπόδων ἑκατέρων εὐθὺσ ἀρξάμενον, καί τινασ λόφουσ τρεῖσ πάνυ καλοὺσ ἀνεστηκότασ, οὐκ ἀμόρφουσ τὴν τραχύτητα, οἱο͂ν ἀκροπόλεισ πολλὰσ τῆσ ὑποκειμένησ πόλεωσ. (Lucian, Fugitivi, (no name) 25:1)

    (루키아노스, Fugitivi, (no name) 25:1)

  • οὕτωσ ὑμᾶσ ἡ εἰρήνη διατέθεικε βαθεῖα οὖσα, ὡσ μὴ ἂν ῥᾳδίωσ ἀνασχέσθαι λόφον ἕνα κράνουσ πολεμίου ἰδόντασ. (Lucian, Anacharsis, (no name) 33:5)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 33:5)

  • ἀλλὰ ἴδοισ ἄν, ὦ Ἀνάχαρσι, ἐπὶ πλέον ἡμῖν συνδιατρίψασ, καὶ ὅπλα ἑκάστῳ μάλα πολλά, οἷσ χρώμεθα ὁπόταν ἀναγκαῖον ᾖ, καὶ λόφουσ καὶ φάλαρα καὶ ἵππουσ, καὶ ἱππέασ σχεδὸν τὸ τέταρτον τῶν πολιτῶν. (Lucian, Anacharsis, (no name) 34:5)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 34:5)

  • ὁ μὲν χῶροσ αὐτόσ, ἐν τῷ τὸ ἱρὸν ἵδρυται, λόφοσ ἐστίν, κέαται δὲ κατὰ μέσον μάλιστα τῆσ πόλιοσ, καὶ οἱ τείχεα δοιὰ περικέαται. (Lucian, De Syria dea, (no name) 28:1)

    (루키아노스, De Syria dea, (no name) 28:1)

  • καὶ παραλλάττων ἀεὶ τοὺσ ἐγρηγορότασ, τοῖσ φέγγεσι καὶ τῷ θορύβῳ τεκμαιρόμενοσ, ἐβάδιζε πρὸσ τὴν Καρμεντίδα πύλην, ἣ πλείστην εἶχεν ἡσυχίαν, καὶ μάλιστα κατ’ αὐτὴν ὄρθιοσ ὁ τοῦ Καπιτωλίου λόφοσ ἀνέστηκε καὶ πέτρα κύκλῳ πολλὴ καὶ τραχεῖα περιπέφυκε· (Plutarch, Camillus, chapter 25 2:1)

    (플루타르코스, Camillus, chapter 25 2:1)

  • ἦν δὲ λόφοσ κατὰ μέσον καταληφθῆναι μὲν οὐ χαλεπόσ, ὀχυρὸσ δὲ καταληφθεὶσ στρατοπέδῳ καὶ διαρκὴσ εἰσ ἅπαντα, τὸ δὲ πέριξ πεδίον ὀφθῆναι μὲν ἄπωθεν ὁμαλὸν διὰ ψιλότητα καὶ λεῖον, ἔχον δέ τινασ οὐ μεγάλασ τάφρουσ ἐν αὑτῷ καὶ κοιλότητασ ἄλλασ. (Plutarch, Fabius Maximus, chapter 11 1:3)

    (플루타르코스, Fabius Maximus, chapter 11 1:3)

  • ἦν δὲ μεταξὺ τῶν στρατοπέδων λόφοσ ἐπιεικῶσ μὲν εὐερκήσ, ὕλησ δὲ παντοδαπῆσ ἀνάπλεωσ· (Plutarch, Marcellus, chapter 29 2:1)

    (플루타르코스, Marcellus, chapter 29 2:1)

  • εἰσὶ δὲ δῆμοσ ὑπὲρ τόν Ταγώνιον ποταμόν, οὐκ ἄστεσιν οὐδὲ κώμαισ ἐνοικοῦντεσ, ἀλλὰ λόφοσ ἐστὶν εὐμεγέθησ καὶ ὑψηλόσ ἄντρα καὶ κοιλώματα πετρῶν βλέποντα πρὸσ βορέαν περιέχων, ἡ δ’ ὑποκειμένη πᾶσα χώρα πηλὸν ἀργιλώδη καὶ γῆν ὑπὸ χαυνότητοσ εὔθρυπτον ἀναδίδωσιν, οὔτε τοὺσ ἐπιβαίνοντασ ἀνέχεσθαι καρτεράν, καὶ μικρὸν ἁψαμένων, ὥσπερ ἄσβεστον ἢ τέφραν, ἐπὶ πολὺ διαχεομένην. (Plutarch, Sertorius, chapter 17 1:2)

    (플루타르코스, Sertorius, chapter 17 1:2)

유의어

  1. 줄기

  2. 벼슬

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION