λόφος?
2군 변화 명사;
자동번역
로마알파벳 전사: lophos
고전 발음: [로포스]
신약 발음: [로포스]
기본형:
λόφος
λόφου
형태분석:
λοφ
(어간)
+
ος
(어미)
뜻
- 목, 갈기, 고개, 목구멍, 식도, 인후
- 줄기, 두덩, 턱
- 벼슬, 볏
- 닭 벼슬, 빗
- the back of the neck, rubs it, the mane, the nape of the neck, the neck
- the crest of a hill, a ridge
- the crest
- the crest on the head, comb
- the tuft of hair
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ὁ μὲν χῶρος αὐτός, ἐν τῷ τὸ ἱρὸν ἵδρυται, λόφος ἐστίν, κέαται δὲ κατὰ μέσον μάλιστα τῆς πόλιος, καὶ οἱ τείχεα δοιὰ περικέαται. (Lucian, De Syria dea, (no name) 28:1)
(루키아노스, De Syria dea, (no name) 28:1)
- καὶ παραλλάττων ἀεὶ τοὺς ἐγρηγορότας, τοῖς φέγγεσι καὶ τῷ θορύβῳ τεκμαιρόμενος, ἐβάδιζε πρὸς τὴν Καρμεντίδα πύλην, ἣ πλείστην εἶχεν ἡσυχίαν, καὶ μάλιστα κατ αὐτὴν ὄρθιος ὁ τοῦ Καπιτωλίου λόφος ἀνέστηκε καὶ πέτρα κύκλῳ πολλὴ καὶ τραχεῖα περιπέφυκε: (Plutarch, Camillus, chapter 25 2:1)
(플루타르코스, Camillus, chapter 25 2:1)
- ἦν δὲ λόφος κατὰ μέσον καταληφθῆναι μὲν οὐ χαλεπός, ὀχυρὸς δὲ καταληφθεὶς στρατοπέδῳ καὶ διαρκὴς εἰς ἅπαντα, τὸ δὲ πέριξ πεδίον ὀφθῆναι μὲν ἄπωθεν ὁμαλὸν διὰ ψιλότητα καὶ λεῖον, ἔχον δέ τινας οὐ μεγάλας τάφρους ἐν αὑτῷ καὶ κοιλότητας ἄλλας. (Plutarch, Fabius Maximus, chapter 11 1:3)
(플루타르코스, Fabius Maximus, chapter 11 1:3)
- ἦν δὲ μεταξὺ τῶν στρατοπέδων λόφος ἐπιεικῶς μὲν εὐερκής, ὕλης δὲ παντοδαπῆς ἀνάπλεως: (Plutarch, Marcellus, chapter 29 2:1)
(플루타르코스, Marcellus, chapter 29 2:1)
- εἰσὶ δὲ δῆμος ὑπὲρ τόν Ταγώνιον ποταμόν, οὐκ ἄστεσιν οὐδὲ κώμαις ἐνοικοῦντες, ἀλλὰ λόφος ἐστὶν εὐμεγέθης καὶ ὑψηλός ἄντρα καὶ κοιλώματα πετρῶν βλέποντα πρὸς βορέαν περιέχων, ἡ δ ὑποκειμένη πᾶσα χώρα πηλὸν ἀργιλώδη καὶ γῆν ὑπὸ χαυνότητος εὔθρυπτον ἀναδίδωσιν, οὔτε τοὺς ἐπιβαίνοντας ἀνέχεσθαι καρτεράν, καὶ μικρὸν ἁψαμένων, ὥσπερ ἄσβεστον ἢ τέφραν, ἐπὶ πολὺ διαχεομένην. (Plutarch, Sertorius, chapter 17 1:2)
(플루타르코스, Sertorius, chapter 17 1:2)
유의어
-
목
-
줄기
- δειράς (The ridge of a column of hills)
-
벼슬