헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λόφος

2군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: λόφος λόφου

형태분석: λοφ (어간) + ος (어미)

  1. 목, 갈기, 고개, 목구멍, 식도, 인후
  2. 줄기, 두덩, 턱
  3. 벼슬, 볏
  4. 닭 벼슬, 빗
  1. the back of the neck, rubs it, the mane, the nape of the neck, the neck
  2. the crest of a hill, a ridge
  3. the crest
  4. the crest on the head, comb
  5. the tuft of hair

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 λόφος

목이

λόφω

목들이

λόφοι

목들이

속격 λόφου

목의

λόφοιν

목들의

λόφων

목들의

여격 λόφῳ

목에게

λόφοιν

목들에게

λόφοις

목들에게

대격 λόφον

목을

λόφω

목들을

λόφους

목들을

호격 λόφε

목아

λόφω

목들아

λόφοι

목들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ δεινόσ, ὁ ταλαύρινοσ, ὃσ τὴν Γοργόνα πάλλει κραδαίνων τρισὶ κατάσκιοσ λόφοισ. (Aristophanes, Acharnians, Episode7)

    (아리스토파네스, Acharnians, Episode7)

  • οἱ δὲ ἱππεῖσ μύριοι καὶ πεντακισχίλιοι τὸ πλῆθοσ ὄντεσ ἐξήλασαν λαμπροί, κράνη μὲν εἰκασμένα θηρίων φοβερῶν χάσμασι καὶ προτομαῖσ ἰδιομόρφοισ ἔχοντεσ, ἃσ ἐπαιρόμενοι λόφοισ πτερωτοῖσ εἰσ ὕψοσ ἐφαίνοντο μείζουσ, θώραξι δὲ κεκοσμημένοι σιδηροῖσ, θυρεοῖσ δὲ λευκοῖσ στίλβοντεσ. (Plutarch, Caius Marius, chapter 25 7:1)

    (플루타르코스, Caius Marius, chapter 25 7:1)

  • καὶ προσβολὰσ ποιούμενοσ τοῖσ ἐρύμασι καὶ λόφοισ ἐφ’ ὧν ἐστρατοπέδευον, ἐξηγρίαινε καὶ παρώξυνε καταβάντασ πρὸσ ὀργὴν διαγωνίσασθαι. (Plutarch, Caesar, chapter 19 5:1)

    (플루타르코스, Caesar, chapter 19 5:1)

  • τεκμαιρόμενοσ δὲ τοὺσ πολεμίουσ ἐκ τῆσ φυγῆσ καθ’ ἕνα καὶ δύο πρὸσ τὴν πόλιν ὑπάξειν σκοταίουσ, ἐλλοχίζει τοῖσ περὶ τὸ ἄστυ ῥείθροισ καὶ λόφοισ πολλοὺσ ἔχοντασ ἐγχειρίδια τῶν Ἀχαιῶν, ἐνταῦθα πλείστουσ ἀποθανεῖν συνέβη τῶν τοῦ Νάβιδοσ· (Plutarch, Philopoemen, chapter 14 6:2)

    (플루타르코스, Philopoemen, chapter 14 6:2)

  • τὸ γὰρ μεταξὺ χωρίον τοῦ τε Καπιτωλίου καὶ τῆσ ἄκρασ, ὃ καλεῖται νῦν κατὰ τὴν Ῥωμαίων διάλεκτον μεθόριον δυεῖν δρυμῶν καὶ ἦν τότε τοῦ συμβεβηκότοσ ἐπώνυμον, ὕλαισ ἀμφιλαφέσι κατ’ ἀμφοτέρασ τὰσ συναπτούσασ τοῖσ λόφοισ λαγόνασ ἐπίσκιον, ἱερὸν ἀνεὶσ ἄσυλον ἱκέταισ καὶ ναὸν ἐπὶ τοὺτῳ κατασκευασάμενοσ ὁ̔́τῳ δὲ ἄρα θεῶν ἢ δαιμόνων οὐκ ἔχω τὸ σαφὲσ εἰπεῖν’ τοῖσ καταφεύγουσιν εἰσ τοῦτο τὸ ἱερὸν ἱκέταισ τοῦ τε μηδὲν κακὸν ὑπ’ ἐχθρῶν παθεῖν ἐγγυητὴσ ἐγίνετο τῆσ εἰσ τὸ θεῖον εὐσεβείασ προφάσει καὶ εἰ βούλοιντο παρ’ αὐτῷ μένειν πολιτείασ μετεδίδου καὶ γῆσ μοῖραν, ἣν κτήσαιτο πολεμίουσ ἀφελόμενοσ. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 2, chapter 15 5:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 2, chapter 15 5:1)

유의어

  1. 줄기

  2. 벼슬

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION