Ancient Greek-English Dictionary Language

κράτιστος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: κράτιστος κράτιστη κράτιστον

Structure: κρατιστ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: a superl. formed from kratu/s

Sense

  1. strongest, mightiest, the best, the fiercest
  2. best, most excellent
  3. the aristocracy
  4. best

Examples

  • πόδεσ δὲ οἱ περιφερεῖσ καὶ στερροὶ κράτιστοι. (Arrian, Cynegeticus, chapter 5 11:3)
  • κράτιστοι δὲ ἄρρενεσ μέν, ὅσοι μεγάλοι τε καὶ εὐπαγεῖσ ὄντεσ ὑπὸ ὑγρότητοσ θηλείαισ ἐοίκασιν· (Arrian, Cynegeticus, chapter 6 2:1)
  • κράτιστοι δὲ τῶν λαγῶν οἱ ἐν τόποισ περιφανέσιν καὶ ἀναπεπταμένοισ τὰσ εὐνὰσ ἔχοντεσ· (Arrian, Cynegeticus, chapter 16 1:1)
  • Μετὰ δέ, Κρητῶν οἱ κράτιστοι ἐνεργῶσ ἐπιτηδεύσαντεσ αὐτὸ ἄριστοι ὀρχησταὶ ἐγένοντο, οὐχ οἱ ἰδιῶται μόνον, ἀλλὰ καὶ οἱ βασιλικώτεροι καὶ πρωτεύειν ἀξιοῦντεσ. (Lucian, De saltatione, (no name) 8:3)
  • καὶ τῆσ ἁπλῆσ δὲ ταύτησ διαίτησ οὐκ ἀπλήστωσ ἀπολαύοντασ παρίστησιν, ἀλλ’ ὡσ οἱ κράτιστοι τῶν ἰατρῶν ἀφαιρεῖ τὰσ πλησμονάσ, αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιοσ καὶ ἐδητύοσ ἐξ ἔρον ἕντο· (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 16 2:5)

Synonyms

  1. best

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION