Ancient Greek-English Dictionary Language

φανερός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: φανερός

Structure: φανερ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: fai/nw

Sense

  1. visible, manifest, evident
  2. (of property) real
  3. (of votes) open
  4. (adverbial) openly, manifestly
  5. (joined with prepositions in adverbial sense)

Examples

  • οὐ δεῖ τοίνυν πιστεύειν ἀλλοτρίᾳ κρίσει, μᾶλλον δὲ μίσει τοῦ κατηγοροῦντοσ, ἀλλ’ ἑαυτῷ τὴν ἐξέτασιν φυλακτέον τῆσ ἀληθείασ, ἀποδόντα καὶ τῷ διαβάλλοντι τὸν φθόνον καὶ ἐν φανερῷ ποιησάμενον τὸν ἔλεγχον τῆσ ἑκατέρου διανοίασ, καὶ μισεῖν οὕτω καὶ ἀγαπᾶν τὸν δεδοκιμασμένον. (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 31:3)
  • ἀλλ’ οὐδὲ εἷσ ἐθελήσει ἔν γε τῷ φανερῷ συναγορεῦσαι Μέθῃ. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 15:10)
  • Οὐκ ἐγὼ ̓λέγον ὅτι θᾶττον τοὺσ γῦπασ ἑώλοσ νεκρὸσ ἐν φανερῷ κείμενοσ ἢ θέαμά τι τῶν παραδόξων Τιμόλαον διαλάθοι, κἂν εἰσ Κόρινθον δέοι ἀπνευστὶ θέοντα ἀπιέναι διὰ τοῦτο; (Lucian, 2:1)
  • ἀλλ’ οὔτε ἀγνοήσεται ταῦτα, ὦ Ζεῦ, ἐν φανερῷ ἐσομένησ τῆσ ἔριδοσ τοῖσ φιλοσόφοισ, καὶ δόξεισ τυραννικὸσ εἶναι μὴ κοινούμενοσ περὶ τῶν οὕτω μεγάλων καὶ κοινῶν ἅπασιν. (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 5:8)
  • ἐν φανερῷ κείμενα, ὅπου γε καὶ ὁ πυρόσ, δοκῶν εἶναι τῆσ ξηρᾶσ τροφῆσ, μεταβολῇ καὶ σήψει καὶ διαχύσει τοῦ ὑγροῦ γίγνεται; (Plutarch, Aquane an ignis sit utilior, chapter, section 4 3:1)

Synonyms

  1. visible

  2. real

  3. open

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION