ἀναμένω
비축약 동사;
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ἀναμένω
형태분석:
ἀνα
(접두사)
+
μέν
(어간)
+
ω
(인칭어미)
뜻
- 기다리다, 머무르다, 남다, 묵다, 투숙하다, 정지시키다
- 견디다, 참다, 기다리다
- 연기하다, 미루다, 늦추다
- to wait for, await, to await, to wait, stay
- to await, endure
- to put off, delay
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ἢ ὥσπερ θεράπων δεδοικὼσ τὸν Κύριον αὐτοῦ καὶ τετευχὼσ σκιᾶσ̣ ἢ ὥσπερ μισθωτὸσ ἀναμένων τὸν μισθὸν αὐτοῦ̣ (Septuagint, Liber Iob 7:2)
(70인역 성경, 욥기 7:2)
- εὐξάμενοσ οὖν κατὰ βοῶν ἑκατὸν καὶ ἀγῶνοσ ἱεροῦ τῷ θεῷ, προσέταξε διακοσμεῖν τοῖσ ἡγεμόσι τὸν στρατὸν εἰσ μάχην αὐτόσ δὲ τὴν ἀπόκλισιν καὶ περιφορὰν ἀναμένων τοῦ φωτόσ, ὅπωσ μὴ κατὰ προσώπου μαχομένοισ αὐτοῖσ ἑώθεν ἥλιοσ ἀντιλάμποι, παρῆγε τὸν χρόνον ἐν τῇ σκηνῇ καθεζόμενοσ ἀναπεπταμένῃ πρὸσ τὸ πεδίον καὶ τὴν στρατοπεδείαν τῶν πολεμίων. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 17 6:3)
(플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 17 6:3)
- εὔφρων δέ, οὗ καὶ πρὸ βραχέοσ ἐμνήσθην, ἄνδρεσ δικασταὶ δικαστὰσ γὰρ ὑμᾶσ οὐκ ὀκνήσαιμ’ ἂν καλεῖν ἀναμένων τὴν ὑμετέραν τῶν αἰσθητηρίων κρίσιν ἐν τοῖσ Ἀδελφοῖσ τῷ δράματι ποιήσασ τινὰ μάγειρον πολυμαθῆ καὶ εὐπαίδευτον μνημονεύοντά τε τῶν πρὸ αὑτοῦ τεχνιτῶν καὶ τίνα ἕκαστοσ εἶχεν ἰδίαν ἀρετὴν καὶ ἐν τίνι ἐπλεονέκτει, ὅμωσ οὐδενὸσ ἐμνήσθη τοιούτου ὧν ἐγὼ ὑμῖν πολλάκισ τυγχάνω παρασκευάζων. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 241)
(아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 241)
- εἰ τὰσ πρὸσ Ἀντίγονον, ἄνδρα πολεμιστὴν καὶ δραστήριον, διαλύσεισ ὑπεριδὼν Κλεομένησ κάθηται μητραγύρτου βασιλέωσ σχολὴν ἀναμένων, ὅταν πρῶτον ἀπόθηται τὸ τύμπανον καὶ καταπαύσῃ τὸν θίασον, ἀποκτενοῦντοσ αὐτόν. (Plutarch, Cleomenes, chapter 36 4:1)
(플루타르코스, Cleomenes, chapter 36 4:1)
- "ἀλλ’ ἐπὶ ταῖσ τραπέζαισ, ξένουσ ἀναμένων Ιὤνασ, ὑπὲρ ὧν αὐτῷ γέγραφεν Ἀλκιβιάδησ περὶ Μίλητον ὢν καὶ παρὰ Τισσαφέρνει διατρίβων, τῷ τοῦ μεγάλου σατράπῃ βασιλέωσ, ὃσ πάλαι μὲν ἐβοήθει Λακεδαιμονίοισ, νῦν δὲ προστίθεται δι’ Ἀλκιβιάδην Ἀθηναίοισ ὁ γὰρ Ἀλκιβιάδησ ἐπιθυμῶν κατελθεῖν εἰσ τὴν πατρίδα τὸν Τισσαφέρνην μετατίθησι. (Plutarch, De garrulitate, section 21 1:1)
(플루타르코스, De garrulitate, section 21 1:1)
파생어
- διαμένω (계속하다, 유지하다, 계속되다)
- ἐμμένω (거주하다, 매달리다, 지키다)
- ἐπαναμένω (기다리다, 예상하다, 대기하다)
- ἐπιμένω (기다리다, 머무르다, 묵다)
- καταμένω (머무르다, 남다, 묵다)
- μένω (머무르다, 남다, 묵다)
- παραμένω (머무르다, 기다리다, 묵다)
- περιμένω (기다리다, 예상하다, 기대하다)
- προσμένω (매달리다, 기다리다, 예상하다)
- συμμένω (계속하다, 가지다, 유지하다)
- συμπαραμένω (to stay along with or among)
- ὑπομένω (살아남다, 살아오다, 생존하다)