헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀμφισβήτησις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀμφισβήτησις

형태분석: ἀμφισβητησι (어간) + ς (어미)

어원: a)mfisbhte/w

  1. 논쟁, 토론, 논란, 분쟁, 다툼
  1. a dispute, controversy, debate, question

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔτι δὲ καὶ διὰ τὸ μὴ γεγράφθαι τοὺσ νόμουσ ἁπλῶσ μηδὲ σαφῶσ, ἀλλ’ ὥσπερ ὁ τῶν κλήρων καὶ ἐπικλήρων, ἀνάγκη πολλὰσ ἀμφισβητήσεισ γίγνεσθαι, καὶ πάντα βραβεύειν καὶ τὰ κοινὰ καὶ τὰ ἴδια τὸ δικαστήριον. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 9 2:1)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 9 2:1)

  • διαδικάζει δὲ καὶ τοῖσ γένεσι καὶ τοῖσ ἱερεῦσι τὰσ ἀμφισβητήσεισ τὰσ ὑπὲρ τῶν ἱερῶν ἁπάσασ οὗτοσ. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 57 2:2)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 57 2:2)

  • ταῦτα μὲν οὖν ἀμφισβητήσεισ ἔχοντα πολλὰσ καὶ τὸ κινεῖν διὰ μακροτέρων καὶ τὸ πιστοῦσθαι μειρακιώδουσ ἔστι φιλονεικίασ. (Plutarch, Numa, chapter 8 10:2)

    (플루타르코스, Numa, chapter 8 10:2)

  • ἐν μὲν οὖν ταῖσ μικραῖσ ὑπεροχαῖσ εἰκότωσ γίνονται ἀμφισβητήσεισ τὸ γὰρ μικρὸν ἐνιαχοῦ οὐδὲν ἰσχύει, ὥσπερ ἐν ξύλου σταθμῷ, ἀλλ’ ἐν χρυσίῳ· (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 7 103:3)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 7 103:3)

  • καὶ ἐπειδὴ ἀνεκρίθησαν πρὸσ τῷ ἄρχοντι ἅπασαι αἱ ἀμφισβητήσεισ καὶ ἔδει ἀγωνίζεσθαι ἐν τῷ δικαστηρίῳ, ἀπαράσκευοι ἦμεν τὸ παράπαν πρὸσ τὸ ἤδη ἀγωνίζεσθαι ἐγὼ καὶ Ὀλυμπιόδωροσ οὑτοσὶ διὰ τὸ ἐξαίφνησ ἐπιπεπτωκέναι ἡμῖν πολλοὺσ τοὺσ ἀμφισβητοῦντασ· (Demosthenes, Speeches 41-50, 27:1)

    (데모스테네스, Speeches 41-50, 27:1)

유의어

  1. 논쟁

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION