ἀγγεῖον?
2군 변화 명사; 중성
자동번역
로마알파벳 전사: angeion
고전 발음: [앙게이온]
신약 발음: [앙기온]
기본형:
ἀγγεῖον
ἀγγείου
형태분석:
ἀγγει
(어간)
+
ον
(어미)
뜻
- 통, 단지, 그릇, 병, 항아리, 꽃병, 상자
- 저수지, 호수, 유수지
- 석관, 관, 널
- 구멍, 작은 구멍, 부아
- 몸체, 몸
- vessel, jar, vase, pail, bucket, box
- receptacle, reservoir
- coffin, sarcophagus
- cavity (of a body), lung
- capsule (of plants)
- (later Greek) body
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ἐνετείλατο δὲ Ἰωσήφ ἐμπλῆσαι τὰ ἀγγεῖα αὐτῶν σίτου καὶ ἀποδοῦναι τὸ ἀργύριον αὐτῶν ἑκάστῳ εἰς τὸν σάκκον αὐτοῦ καὶ δοῦναι αὐτοῖς ἐπισιτισμὸν εἰς τὴν ὁδόν. καὶ ἐγενήθη αὐτοῖς οὕτως. (Septuagint, Liber Genesis 42:25)
(70인역 성경, 창세기 42:25)
- καὶ λήψονται ἱμάτιον ὑακίνθινον καὶ καλύψουσι τὴν λυχνίαν τὴν φωτίζουσαν καὶ τοὺς λύχνους αὐτῆς καὶ τὰς λαβίδας αὐτῆς καὶ τὰς ἐπαρυστρίδας αὐτῆς καὶ πάντα τὰ ἀγγεῖα τοῦ ἐλαίου, οἷς λειτουργοῦσιν ἐν αὐτοῖς, (Septuagint, Liber Numeri 4:9)
(70인역 성경, 민수기 4:9)
- καὶ ἀπελεύσῃ ἐκεῖθεν καὶ ἐπέκεινα ἥξεις ἕως τῆς δρυὸς Θαβὼρ καὶ εὑρήσεις ἐκεῖ τρεῖς ἄνδρας ἀναβαίνοντας πρὸς τὸν Θεὸν εἰς Βαιθήλ, ἕνα αἴροντα τρία αἰγίδια καὶ ἕνα αἴροντα τρία ἀγγεῖα ἄρτων καὶ ἕνα αἴροντα ἀσκὸν οἴνου. (Septuagint, Liber I Samuelis 10:3)
(70인역 성경, 사무엘기 상권 10:3)
- καὶ ἔσπευσεν Ἀβιγαία καὶ ἔλαβε διακοσίους ἄρτους καὶ δύο ἀγγεῖα οἴνου καὶ πέντε πρόβατα πεποιημένα καὶ πέντε οἰφὶ ἀλφίτου καὶ γόμορ ἓν σταφίδος καὶ διακοσίας παλάθας καὶ ἔθετο ἐπὶ τοὺς ὄνους (Septuagint, Liber I Samuelis 25:18)
(70인역 성경, 사무엘기 상권 25:18)
- καὶ ἔμεινε κύκλῳ αὐτῶν πᾶσα παρεμβολὴ Ἀσσούρ, οἱ πεζοὶ καὶ τὰ ἅρματα καὶ οἱ ἱππεῖς αὐτῶν, ἡμέρας τριακοντατέσσαρας. καὶ ἐξέλιπε πάντας τοὺς κατοικοῦντας Βαιτυλούα πάντα τὰ ἀγγεῖα αὐτῶν τῶν ὑδάτων, (Septuagint, Liber Iudith 7:20)
(70인역 성경, 유딧기 7:20)
유의어
-
저수지
-
구멍
-
몸체
- σῶμα (몸체, 몸)
- σκήνωμα (몸체, 몸)
- σκῆνος (몸체, 몸)
- σάρξ (몸체, 몸)
- πέλτη (몸체, 몸)
- περιφέρεια (a round body)
- ὀδύνη (pain of body)
- δορυφόρημα (a body of guards)
- σῶμα (시체, 사체)
- νεότης (젊음, 젊은이, 청년)
- πεμπάς ([[pentas|]])
- σωμάτιον (a poor body)
- ῥέθος (몸체, 몸, 육체)
- πολιτεία (the body of citizens)
- χιλιοστύς (a body of a thousand)
- διακονία (body of servants)
- ἐννεάς (a body of nine)
- αἰχμαλωσία (속박, 감금)