헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Περσικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Περσικός Περσική Περσικόν

형태분석: Περσικ (어간) + ος (어미)

  1. Persian, Persia
  2. thin shoes or slippers
  3. the peach
  4. the common cock
  5. the Persian war

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 Περσικός

(이)가

Περσική

(이)가

Περσικόν

(것)가

속격 Περσικοῦ

(이)의

Περσικῆς

(이)의

Περσικοῦ

(것)의

여격 Περσικῷ

(이)에게

Περσικῇ

(이)에게

Περσικῷ

(것)에게

대격 Περσικόν

(이)를

Περσικήν

(이)를

Περσικόν

(것)를

호격 Περσικέ

(이)야

Περσική

(이)야

Περσικόν

(것)야

쌍수주/대/호 Περσικώ

(이)들이

Περσικᾱ́

(이)들이

Περσικώ

(것)들이

속/여 Περσικοῖν

(이)들의

Περσικαῖν

(이)들의

Περσικοῖν

(것)들의

복수주격 Περσικοί

(이)들이

Περσικαί

(이)들이

Περσικά

(것)들이

속격 Περσικῶν

(이)들의

Περσικῶν

(이)들의

Περσικῶν

(것)들의

여격 Περσικοῖς

(이)들에게

Περσικαῖς

(이)들에게

Περσικοῖς

(것)들에게

대격 Περσικούς

(이)들을

Περσικᾱ́ς

(이)들을

Περσικά

(것)들을

호격 Περσικοί

(이)들아

Περσικαί

(이)들아

Περσικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Περσικὰ δὲ ἦν τὸ πάντα τετάχθαι, καὶ πάντ’ ἐφορᾶν αὐτόν, καθ’ ὃ ἔλεγε Δίων περὶ Διονυσίου· (Aristotle, Economics, Book 1 35:1)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 1 35:1)

  • ὡσ ὕστερον τὰ Περσικά, καὶ ἢ πεφραγμένων τῶν ἵππων ἢ ἀφράκτων, καὶ ἢ ἁπλοῦ τοῦ ῥυμοῦ ἢ διπλοῦ, τὰ καὶ πολύρρυμα. (Arrian, chapter 2 11:1)

    (아리아노스, chapter 2 11:1)

  • οὐ πρὸσ τὸν ὄροφον ἀνατενῶ τὼ Περσικά. (Aristophanes, Lysistrata, Prologue 6:9)

    (아리스토파네스, Lysistrata, Prologue 6:9)

  • οὐ πρὸσ τὸν ὄροφον ἀνατενῶ τὼ Περσικά. (Aristophanes, Lysistrata, Prologue 6:10)

    (아리스토파네스, Lysistrata, Prologue 6:10)

  • τὰ δὲ Ἡρακλεωτικά, καλούμενα δὲ Διὸσ βάλανοι, τρέφει μὲν οὐχ ὁμοίωσ τοῖσ ἀμυγδάλοισ, ἔχει δέ τι κεγχρῶδεσ καὶ ἐπιπολαστικὸν πλείω δὲ βρωθέντα βαρύνει τὴν κεφαλήν, ἧττον δ’ ἐνοχλεῖ καὶ τούτων τὰ χλωρὰ τῶν ξηρῶν, τὰ δὲ Περσικὰ κεφαλαλγικὰ μέν ἐστιν οὐχ ἧττον τῶν Διὸσ βαλάνων, τρέφει δὲ μᾶλλον φάρυγγα τραχύνει καὶ στόμα, ὀπτηθέντα δὲ ἀλυπότερα γίνεται· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 41 2:4)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 41 2:4)

유의어

  1. the common cock

  2. the Persian war

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION