헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀκήρατος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀκήρατος ἀκήρατη ἀκήρατον

형태분석: ἀ (접두사) + κηρατ (어간) + ος (어미)

어원: kera/nnumi

  1. 순수한, 맑은, 순결한, 순, 단순한
  2. 멀쩡한, 손상되지 않은, 다치지 않은, 수염을 기른, 면도하지 않은, 약화되지 않은
  3. 순결한, 맑은, 순수한, 더럽혀지지 않은
  1. unmixed, uncontaminated, undefiled, pure
  2. untouched, unhurt, undamaged, unshorn, unmown
  3. undefiled, untouched by, without taint

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀκήρατος

순수한 (이)가

ἀκήράτη

순수한 (이)가

ἀκήρατον

순수한 (것)가

속격 ἀκηράτου

순수한 (이)의

ἀκήράτης

순수한 (이)의

ἀκηράτου

순수한 (것)의

여격 ἀκηράτῳ

순수한 (이)에게

ἀκήράτῃ

순수한 (이)에게

ἀκηράτῳ

순수한 (것)에게

대격 ἀκήρατον

순수한 (이)를

ἀκήράτην

순수한 (이)를

ἀκήρατον

순수한 (것)를

호격 ἀκήρατε

순수한 (이)야

ἀκήράτη

순수한 (이)야

ἀκήρατον

순수한 (것)야

쌍수주/대/호 ἀκηράτω

순수한 (이)들이

ἀκήράτᾱ

순수한 (이)들이

ἀκηράτω

순수한 (것)들이

속/여 ἀκηράτοιν

순수한 (이)들의

ἀκήράταιν

순수한 (이)들의

ἀκηράτοιν

순수한 (것)들의

복수주격 ἀκήρατοι

순수한 (이)들이

ἀκή́ραται

순수한 (이)들이

ἀκήρατα

순수한 (것)들이

속격 ἀκηράτων

순수한 (이)들의

ἀκήρατῶν

순수한 (이)들의

ἀκηράτων

순수한 (것)들의

여격 ἀκηράτοις

순수한 (이)들에게

ἀκήράταις

순수한 (이)들에게

ἀκηράτοις

순수한 (것)들에게

대격 ἀκηράτους

순수한 (이)들을

ἀκήράτᾱς

순수한 (이)들을

ἀκήρατα

순수한 (것)들을

호격 ἀκήρατοι

순수한 (이)들아

ἀκή́ραται

순수한 (이)들아

ἀκήρατα

순수한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὴν μέν γε κιθάραν αὐτήν, ὑπερφυέσ τι χρῆμα εἰσ κάλλοσ καὶ πολυτέλειαν, χρυσοῦ μὲν τοῦ ἀκηράτου πᾶσαν, σφραγῖσι δὲ καὶ λίθοισ ποικίλοισ κατακεκοσμημένην, Μουσῶν μεταξὺ καὶ Ἀπόλλωνοσ καὶ Ὀρφέωσ ἐντετορνευμένων; (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 8:5)

    (루키아노스, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 8:5)

  • Στρυμών, ὅσ ποτε τᾶσ μελῳ‐ δοῦ Μούσασ δι’ ἀκηράτων δινηθεὶσ ὑδροειδὴσ κόλπων σὰν ἐφύτευσεν ἥβαν. (Euripides, Rhesus, choral, antistrophe 11)

    (에우리피데스, Rhesus, choral, antistrophe 11)

  • "ταῦτα γάρ ἐστιν ὁ τῆσ ψυχῆσ ἀκήρατοσ ὡσ ἀληθῶσ κόσμοσ. (Lucian, Somnium sive vita Luciani, (no name) 7:22)

    (루키아노스, Somnium sive vita Luciani, (no name) 7:22)

  • ἀκήρατον δέ μ’ ἐκ πατρὸσ λαβὼν δόμων πρῶτοσ τὸ παρθένειον ἐζεύξω λέχοσ. (Euripides, The Trojan Women, episode, antistrophe 3 3:2)

    (에우리피데스, The Trojan Women, episode, antistrophe 3 3:2)

  • οὐδεὶσ δὲ θνητῶν ταῖσ τύχαισ ἀκήρατοσ, οὐ θεῶν, ἀοιδῶν εἴπερ οὐ ψευδεῖσ λόγοι. (Euripides, Heracles, episode, lyric 3:20)

    (에우리피데스, Heracles, episode, lyric 3:20)

  • ἀλλ’ ἄλοχόσ τε σόη καὶ νήπια τέκνα, καὶ κλῆροσ καὶ οἶκοσ ἀκήρατοσ, εἴ κεν Ἀχαιοὶ οἴχωνται σὺν νηυσὶ φίλην ἐσ πατρίδα γαῖαν. (Lycurgus, Speeches, 139:5)

    (리쿠르고스, 연설, 139:5)

  • καὶ ὁ Ῥηγῖνοσ δὲ Ἴβυκοσ βοᾷ καὶ κέκραγεν ἦρι μὲν αἵ τε Κυδώνιαι μαλίδεσ ἀρδόμεναι ῥόαι τ’ ἐκ ποταμῶν ἵνα παρθένων κᾶποσ ἀκήρατοσ, αἵ τ’ οἰνανθίδεσ αὐξόμεναι σκιεροῖσιν ὑφ’ ἑρ́νεσιν οἰναρέοισ θαλέθοισιν ἐμοὶ δ’ ἔροσ οὐδεμίαν κατάκοιτοσ ὡρ́αν ἅθ’ ὑπὸ στεροπᾶσ φλέγων Θρηίκιοσ βορέασ, ἀίσσων παρὰ Κύπριδοσ ἀζαλέαισ μανίαισιν ἐρεμνὸσ ἀθαμβὴσ ἐγκρατέωσ πάϊθεν φυλάσσει ἡμετέρασ φρένασ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 761)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 761)

  • Κύπρισ γὰρ ἐπὶ γλυκὺν ἵμερον ὦρσεν Ἡφαίστοιο χάριν πολυμήτιοσ, ὄφρα κεν αὖτισ ναίηται μετόπισθεν ἀκήρατοσ ἀνδράσι Λῆμνοσ. (Apollodorus, Argonautica, book 1 15:10)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 1 15:10)

유의어

  1. 순수한

  2. 순결한

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION