헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μοιρίδιος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μοιρίδιος μοιρίδιᾱ μοιρίδιον

형태분석: μοιριδι (어간) + ος (어미)

어원: moi=ra

  1. 운명적인, 운명의
  1. allotted by destiny, destined, doomed, of doom, of fate

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 μοιρίδιος

운명적인 (이)가

μοιριδίᾱ

운명적인 (이)가

μοιρίδιον

운명적인 (것)가

속격 μοιριδίου

운명적인 (이)의

μοιριδίᾱς

운명적인 (이)의

μοιριδίου

운명적인 (것)의

여격 μοιριδίῳ

운명적인 (이)에게

μοιριδίᾱͅ

운명적인 (이)에게

μοιριδίῳ

운명적인 (것)에게

대격 μοιρίδιον

운명적인 (이)를

μοιριδίᾱν

운명적인 (이)를

μοιρίδιον

운명적인 (것)를

호격 μοιρίδιε

운명적인 (이)야

μοιριδίᾱ

운명적인 (이)야

μοιρίδιον

운명적인 (것)야

쌍수주/대/호 μοιριδίω

운명적인 (이)들이

μοιριδίᾱ

운명적인 (이)들이

μοιριδίω

운명적인 (것)들이

속/여 μοιριδίοιν

운명적인 (이)들의

μοιριδίαιν

운명적인 (이)들의

μοιριδίοιν

운명적인 (것)들의

복수주격 μοιρίδιοι

운명적인 (이)들이

μοιρίδιαι

운명적인 (이)들이

μοιρίδια

운명적인 (것)들이

속격 μοιριδίων

운명적인 (이)들의

μοιριδιῶν

운명적인 (이)들의

μοιριδίων

운명적인 (것)들의

여격 μοιριδίοις

운명적인 (이)들에게

μοιριδίαις

운명적인 (이)들에게

μοιριδίοις

운명적인 (것)들에게

대격 μοιριδίους

운명적인 (이)들을

μοιριδίᾱς

운명적인 (이)들을

μοιρίδια

운명적인 (것)들을

호격 μοιρίδιοι

운명적인 (이)들아

μοιρίδιαι

운명적인 (이)들아

μοιρίδια

운명적인 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • διὸ καὶ μοιρίδιον χρέοσ εἶναι λέγεται τὸ ζῆν, ὡσ ἀποδοθησόμενον ὃ ἐδανείσαντο ἡμῶν οἱ προπάτορεσ. (Plutarch, Consolatio ad Apollonium, chapter, section 10 10:1)

    (플루타르코스, Consolatio ad Apollonium, chapter, section 10 10:1)

  • Εὐθύνοοσ κεῖται μοιριδίῳ θανάτῳ. (Plutarch, Consolatio ad Apollonium, chapter, section 14 13:3)

    (플루타르코스, Consolatio ad Apollonium, chapter, section 14 13:3)

  • ἐγὼ δέ τοι φίλαν πόλιν μαλεραῖσ ἐπιφλέγων ἀοιδαῖσ, καὶ ἀγάνοροσ ἵππου θᾶσσον καὶ ναὸσ ὑποπτέρου παντᾷ ἀγγελίαν πέμψω ταύταν, εἰ σύν τινι μοιριδίῳ παλάμᾳ ἐξαίρετον Χαρίτων νέμομαι κᾶπον· (Pindar, Odes, olympian odes, olympian 9 6:1)

    (핀다르, Odes, olympian odes, olympian 9 6:1)

  • ὃσ Πριάμοιο πόλιν πέρσεν, τελεύτασέν τε πόνουσ Δαναοῖσ, ἀσθενεῖ μὲν χρωτὶ βαίνων, ἀλλὰ μοιρίδιον ἦν. (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 1 19:1)

    (핀다르, Odes, pythian odes, pythian 1 19:1)

  • καὶ ἐν ἀλλοδαπαῖσ σπέρμ’ ἀρούραισ τουτάκισ ὑμετέρασ ἀκτῖνοσ ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτεσ. (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 4 79:1)

    (핀다르, Odes, pythian odes, pythian 4 79:1)

유의어

  1. 운명적인

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION