헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συνάπτω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συνάπτω

형태분석: συν (접두사) + ά̔πτ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 연결하다, 연합하다, 잇다
  1. I join together, connect.

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνάπτω

(나는) 연결한다

συνάπτεις

(너는) 연결한다

συνάπτει

(그는) 연결한다

쌍수 συνάπτετον

(너희 둘은) 연결한다

συνάπτετον

(그 둘은) 연결한다

복수 συνάπτομεν

(우리는) 연결한다

συνάπτετε

(너희는) 연결한다

συνάπτουσιν*

(그들은) 연결한다

접속법단수 συνάπτω

(나는) 연결하자

συνάπτῃς

(너는) 연결하자

συνάπτῃ

(그는) 연결하자

쌍수 συνάπτητον

(너희 둘은) 연결하자

συνάπτητον

(그 둘은) 연결하자

복수 συνάπτωμεν

(우리는) 연결하자

συνάπτητε

(너희는) 연결하자

συνάπτωσιν*

(그들은) 연결하자

기원법단수 συνάπτοιμι

(나는) 연결하기를 (바라다)

συνάπτοις

(너는) 연결하기를 (바라다)

συνάπτοι

(그는) 연결하기를 (바라다)

쌍수 συνάπτοιτον

(너희 둘은) 연결하기를 (바라다)

συναπτοίτην

(그 둘은) 연결하기를 (바라다)

복수 συνάπτοιμεν

(우리는) 연결하기를 (바라다)

συνάπτοιτε

(너희는) 연결하기를 (바라다)

συνάπτοιεν

(그들은) 연결하기를 (바라다)

명령법단수 συνάπτε

(너는) 연결해라

συναπτέτω

(그는) 연결해라

쌍수 συνάπτετον

(너희 둘은) 연결해라

συναπτέτων

(그 둘은) 연결해라

복수 συνάπτετε

(너희는) 연결해라

συναπτόντων, συναπτέτωσαν

(그들은) 연결해라

부정사 συνάπτειν

연결하는 것

분사 남성여성중성
συναπτων

συναπτοντος

συναπτουσα

συναπτουσης

συναπτον

συναπτοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνάπτομαι

(나는) 연결된다

συνάπτει, συνάπτῃ

(너는) 연결된다

συνάπτεται

(그는) 연결된다

쌍수 συνάπτεσθον

(너희 둘은) 연결된다

συνάπτεσθον

(그 둘은) 연결된다

복수 συναπτόμεθα

(우리는) 연결된다

συνάπτεσθε

(너희는) 연결된다

συνάπτονται

(그들은) 연결된다

접속법단수 συνάπτωμαι

(나는) 연결되자

συνάπτῃ

(너는) 연결되자

συνάπτηται

(그는) 연결되자

쌍수 συνάπτησθον

(너희 둘은) 연결되자

συνάπτησθον

(그 둘은) 연결되자

복수 συναπτώμεθα

(우리는) 연결되자

συνάπτησθε

(너희는) 연결되자

συνάπτωνται

(그들은) 연결되자

기원법단수 συναπτοίμην

(나는) 연결되기를 (바라다)

συνάπτοιο

(너는) 연결되기를 (바라다)

συνάπτοιτο

(그는) 연결되기를 (바라다)

쌍수 συνάπτοισθον

(너희 둘은) 연결되기를 (바라다)

συναπτοίσθην

(그 둘은) 연결되기를 (바라다)

복수 συναπτοίμεθα

(우리는) 연결되기를 (바라다)

συνάπτοισθε

(너희는) 연결되기를 (바라다)

συνάπτοιντο

(그들은) 연결되기를 (바라다)

명령법단수 συνάπτου

(너는) 연결되어라

συναπτέσθω

(그는) 연결되어라

쌍수 συνάπτεσθον

(너희 둘은) 연결되어라

συναπτέσθων

(그 둘은) 연결되어라

복수 συνάπτεσθε

(너희는) 연결되어라

συναπτέσθων, συναπτέσθωσαν

(그들은) 연결되어라

부정사 συνάπτεσθαι

연결되는 것

분사 남성여성중성
συναπτομενος

συναπτομενου

συναπτομενη

συναπτομενης

συναπτομενον

συναπτομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνῆπτον

(나는) 연결하고 있었다

συνῆπτες

(너는) 연결하고 있었다

συνῆπτεν*

(그는) 연결하고 있었다

쌍수 συνήπτετον

(너희 둘은) 연결하고 있었다

συνηπτέτην

(그 둘은) 연결하고 있었다

복수 συνήπτομεν

(우리는) 연결하고 있었다

συνήπτετε

(너희는) 연결하고 있었다

συνῆπτον

(그들은) 연결하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνηπτόμην

(나는) 연결되고 있었다

συνήπτου

(너는) 연결되고 있었다

συνήπτετο

(그는) 연결되고 있었다

쌍수 συνήπτεσθον

(너희 둘은) 연결되고 있었다

συνηπτέσθην

(그 둘은) 연결되고 있었다

복수 συνηπτόμεθα

(우리는) 연결되고 있었다

συνήπτεσθε

(너희는) 연결되고 있었다

συνήπτοντο

(그들은) 연결되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἡ μὲν οὖν ναῦσ καθελόντων ἡμῶν τὰ ἱστία οὐ ῥᾳδίωσ ἔστη παρ’ ὀλίγον ἐλθοῦσα κατενεχθῆναι, ὑπερκύψαντεσ δὲ ἡμεῖσ ἑωρῶμεν βάθοσ ὅσον σταδίων χιλίων μάλα φοβερὸν καὶ παράδοξον εἱστήκει γὰρ τὸ ὕδωρ ὥσπερ μεμερισμένον περιβλέποντεσ δὲ ὁρῶμεν κατὰ δεξιὰ οὐ πάνυ πόρρωθεν γέφυραν ἐπεζευγμένην ὕδατοσ συνάπτοντοσ τὰ πελάγη κατὰ τὴν ἐπιφάνειαν, ἐκ τῆσ ἑτέρασ θαλάττησ εἰσ τὴν ἑτέραν διαρρέοντοσ. (Lucian, Verae Historiae, book 2 43:2)

    (루키아노스, Verae Historiae, book 2 43:2)

  • παρίστατο, σκοπουμένοισ ἰδίᾳ πρὸσ ἀλλήλουσ, ὑπονοεῖν μήποτε τὸ Σωκράτουσ δαιμόνιον οὐκ ὄψισ ἀλλὰ φωνῆσ τινοσ αἴσθησισ ἢ λόγου νόησισ εἰή, συνάπτοντοσ ἀτόπῳ τινὶ τρόπῳ πρὸσ αὐτόν· (Plutarch, De genio Socratis, section 20 4:1)

    (플루타르코스, De genio Socratis, section 20 4:1)

  • ῥεῖ δ’ εἰσ τὸν ὠκεανὸν παράλληλοσ τῷ Ῥήνῳ διὰ ἔθνουσ ὁμωνύμου, συνάπτοντοσ τῷ Ῥήνῳ τὰ πρὸσ ἑώ, τὰ δ’ εἰσ τἀναντία τῷ Ἄραρι, ὅθεν αἱ κάλλισται ταριχεῖαι τῶν ὑείων κρεῶν εἰσ τὴν Ῥώμην κατακομίζονται. (Strabo, Geography, book 4, chapter 3 4:10)

    (스트라본, 지리학, book 4, chapter 3 4:10)

  • ἔχει δ’ ὁμώνυμον πόλιν τὴν μὲν ἀρχαίαν ἔρημον πρὸσ Αἴγιναν τετραμμένην καὶ πρὸσ νότον καθάπερ καὶ Αἰσχύλοσ εἴρηκεν Αἴγινα δ’ αὕτη πρὸσ νότου κεῖται πνοάσ , τὴν δὲ νῦν ἐν κόλπῳ κειμένην ἐπὶ χερρονησοειδοῦσ τόπου συνάπτοντοσ πρὸσ τὴν Ἀττικήν. (Strabo, Geography, Book 9, chapter 1 12:3)

    (스트라본, 지리학, Book 9, chapter 1 12:3)

  • ἀναχθεὶσ γὰρ εἰσ Ἀλεξάνδρειαν ὑπ’ αὐτοῦ, δέσμιοσ πομπευθεὶσ διὰ τῆσ πόλεωσ τέωσ μὲν ἐφρουρεῖτο, ἔπειτ’ ἀνῃρέθη συνάπτοντοσ τοῦ Ἀκτιακοῦ πολέμου. (Strabo, Geography, Book 11, chapter 14 21:15)

    (스트라본, 지리학, Book 11, chapter 14 21:15)

유의어

  1. 연결하다

관련어

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION