- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σάκος?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: sakos 고전 발음: [사꼬] 신약 발음: [사꼬]

기본형: σάκος σάκεος

형태분석: σακο (어간) + ς (어미)

어원: σάττω

  1. 방패
  2. 방패, 방어, 보호
  1. a shield
  2. (metaphoric) shield, defense

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 σάκος

방패가

σάκει

방패들이

σάκη

방패들이

속격 σάκους

방패의

σάκοιν

방패들의

σακέων

방패들의

여격 σάκει

방패에게

σάκοιν

방패들에게

σάκεσι(ν)

방패들에게

대격 σάκος

방패를

σάκει

방패들을

σάκη

방패들을

호격 σάκος

방패야

σάκει

방패들아

σάκη

방패들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ σακέων βαρύδουπον ἐμήσατο κόμπον ἀράσσειν, εἴ ποτε δειμαίνοντες ἀναθρῴσκοιεν ἰωήν: (Colluthus, Rape of Helen, book 124)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 124)

  • τί γὰρ σακέων Ἀφροδίτῃ· (Colluthus, Rape of Helen, book 188)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 188)

  • οὐ σακέων βασίλεια καὶ οὐ πυρός ἐσσι τιθήνη: (Colluthus, Rape of Helen, book 197)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 197)

  • τῷ δ ἅμα ἱέμενοι πολέμοιό τε φυλόπιδός τε Βοιωτοὶ πλήξιπποι, ὑπὲρ σακέων πνείοντες, Λοκροί τ ἀγχέμαχοι καὶ Φωκῆες μεγάθυμοι ἕσποντ: (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 2:11)

    (헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 2:11)

  • κόναβος ἐν πύλαις χαλκοδέτων σακέων, παῖ Διός, ὅθεν πολεμόκραντον ἁγνὸν τέλος ἐν μάχᾳ. (Aeschylus, Seven Against Thebes, choral, antistrophe 23)

    (아이스킬로스, 테바이를 공격한 일곱 장수, choral, antistrophe 23)

유의어

  1. 방패

  2. 방패

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION