헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σάκος

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σάκος σάκεος

형태분석: σακο (어간) + ς (어미)

어원: sa/ttw

  1. 방패
  2. 방패, 방어, 보호
  1. a shield
  2. (metaphoric) shield, defense

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 σάκος

방패가

σάκει

방패들이

σάκη

방패들이

속격 σάκους

방패의

σάκοιν

방패들의

σακέων

방패들의

여격 σάκει

방패에게

σάκοιν

방패들에게

σάκεσιν*

방패들에게

대격 σάκος

방패를

σάκει

방패들을

σάκη

방패들을

호격 σάκος

방패야

σάκει

방패들아

σάκη

방패들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔνθ’ ἦ τοι Κύκνοσ μὲν ὑπερμενέοσ Διὸσ υἱὸν κτεινέμεναι μεμαὼσ σάκει ἔμβαλε χάλκεον ἔγχοσ, οὐδ’ ἔρρηξεν χαλκόν· (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 38:1)

    (헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 38:1)

  • αὐτὸν ὄπισθεν ὑποτέτακται τῷ παρασίτῳ, κἀκεῖνοσ αὐτὸν ὥσπερ ὁ Αἰάσ τὸν Τεῦκρον ὑπὸ τῷ σάκει καλύπτει, καὶ τῶν βελῶν ἀφιεμένων γυμνώσασ ἑαυτὸν τοῦτον σκέπει· (Lucian, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 49:6)

    (루키아노스, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 49:6)

  • ἐν δὲ μέσῳ κατέλαμπε σάκει φαέθων κύκλοσ ἀελίοιο ἵπποισ ἂμ πτεροέσσαισ ἄστρων τ’ αἰθέριοι χοροί, Πλειάδεσ, Υἅδεσ, Ἕκτοροσ ὄμμασι τροπαῖοι· (Euripides, choral, antistrophe 21)

    (에우리피데스, choral, antistrophe 21)

  • καὶ πρῶτα μὲν προσῆγε Νηίταισ πύλαισ λόχον πυκναῖσιν ἀσπίσιν πεφρικότα ὁ τῆσ κυναγοῦ Παρθενοπαῖοσ ἔκγονοσ, ἐπίσημ’ ἔχων οἰκεῖον ἐν μέσῳ σάκει, ἑκηβόλοισ τόξοισιν Ἀταλάντην κάπρον χειρουμένην Αἰτωλόν. (Euripides, Phoenissae, episode 2:1)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode 2:1)

  • Ὠγύγια δ’ ἐσ πυλώμαθ’ Ἱππομέδων ἄναξ ἔστειχ’ ἔχων σημεῖον ἐν μέσῳ σάκει στικτοῖσ Πανόπτην ὄμμασιν δεδορκότα, τὰ μὲν σὺν ἄστρων ἐπιτολαῖσιν ὄμματα βλέποντα, τὰ δὲ κρύπτοντα δυνόντων μέτα, ὡσ ὕστερον θανόντοσ εἰσορᾶν παρῆν. (Euripides, Phoenissae, episode 3:1)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode 3:1)

  • καί ῥ’ ἔμβαλε χάλκεον ἔγχοσ, σπερχνὸν παιδὸσ ἑοῦ κοτέων πέρι τεθνηῶτοσ, ἐν σάκεϊ μεγάλῳ. (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 43:3)

    (헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 43:3)

유의어

  1. 방패

  2. 방패

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION