헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

θαυμαστής

1군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: θαυμαστής θαυμαστοῦ

형태분석: θαυμαστ (어간) + ης (어미)

어원: qauma/zw

  1. an admirer

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἶθ̓ οὕτωσ ἐπιφανῆναι ἄνδρα πολιᾷ καὶ δόξῃ διαφέροντα, θαυμαστὴν δέ τινα καὶ μεγαλοπρεπεστάτην εἶναι τὴν περὶ αὐτὸν ὑπεροχήν. (Septuagint, Liber Maccabees II 15:13)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 15:13)

  • καίτοι τί δεῖ καινὴν ἐπὶ σὲ κατηγορίαν ζητεῖν μετὰ τὴν θαυμαστὴν τραγῳδίαν λέγουσαν μισῶ σοφιστήν, ὅστισ οὐχ αὑτῷ σοφόσ; (Lucian, Apologia 13:1)

    (루키아노스, Apologia 13:1)

  • "ὅτεπερ καὶ τὴν θαυμαστὴν σοφίαν τῶν Χριστιανῶν ἐξέμαθεν, περὶ τὴν Παλαιστίνην τοῖσ ἱερεῦσιν καὶ γραμματεῦσιν αὐτῶν ξυγγενόμενοσ. (Lucian, De morte Peregrini, (no name) 9:10)

    (루키아노스, De morte Peregrini, (no name) 9:10)

  • "τρίτη ἐπὶ τούτοισ ἀποδημία εἰσ Αἴγυπτον παρὰ τὸν Ἀγαθόβουλον, ἵναπερ τὴν θαυμαστὴν ἄσκησιν διησκεῖτο, ξυρόμενοσ μὲν τῆσ κεφαλῆσ τὸ ἥμισυ, χριόμενοσ δὲ πηλῷ τὸ πρόσωπον, ἐν πολλῷ δὲ τῶν περιεστώτων δήμῳ ἀναφλῶν τὸ αἰδοῖον καὶ τὸ ἀδιάφορον δὴ τοῦτο καλούμενον ἐπιδεικνύμενοσ, εἶτα παίων καὶ παιόμενοσ νάρθηκι εἰσ τὰσ πυγὰσ καὶ ἄλλα πολλὰ νεανικώτερα θαυματοποιῶν. (Lucian, De morte Peregrini, (no name) 9:39)

    (루키아노스, De morte Peregrini, (no name) 9:39)

  • τῶν δὲ πραγμάτων ποιούμενοσ τὴν ἐξέτασιν, τὴν μὲν εὑρ́εσιν θαυμαστὴν παρ’ ἀμφοῖν κατελαβόμην καὶ ἔτι τὴν κρίσιν. (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 122)

    (디오니시오스, De Isocrate, chapter 122)

유의어

  1. an admirer

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION