Ancient Greek-English Dictionary Language

πρόσφορος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: πρόσφορος πρόσφορᾱ πρόσφορον

Structure: προσφορ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: prosfe/rw

Sense

  1. serviceable, useful, profitable
  2. suitable, fitting, worthy, fit or meet
  3. what is fitting or suitable, fitting service, all things meet or due, fitly

Examples

  • θυσίαν καὶ προσφορὰν οὐκ ἠθέλησασ, σῶμα δὲ κατηρτίσω μοι. ὁλοκαυτώματα καὶ περὶ ἁμαρτίασ οὐκ ἐζήτησασ. (Septuagint, Liber Psalmorum 39:7)
  • δὸσ εὐωδίαν καὶ μνημόσυνον σεμιδάλεωσ καὶ λίπανον προσφορὰν ὡσ μὴ ὑπάρχων. (Septuagint, Liber Sirach 38:11)
  • καὶ συντέλειαν λειτουργῶν ἐπὶ βωμῶν κοσμῆσαι προσφορὰν Ὑψίστου παντοκράτοροσ. (Septuagint, Liber Sirach 50:14)
  • λευκίσκοι, κέφαλοι, κεστρεῖσ, μυξῖνοι, χελλῶνεσ ὅμοιοί εἰσι κατὰ τὴν προσφοράν, τοῦ δὲ κεφάλου καταδεέστερόσ ἐστιν ὁ κεστρεύσ, ἥσσων δὲ ὁ μυξῖνοσ, τελευταῖοσ ὁ χελλών. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 52 3:5)
  • ἡ δὲ περὶ τὸν Νεῖλον ἄμπελοσ πλείστη μὲν αὐτή, ὅσοσ καὶ ὁ ποταμόσ, καὶ πολλαὶ τῶν οἴνων αἱ ἰδιότητεσ κατά τε τὰ χρώματα καὶ τὴν προσφοράν. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 60 2:3)

Synonyms

  1. serviceable

  2. suitable

Related

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION