헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πεῖρα

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πεῖρα πεῖρας

형태분석: πειρ (어간) + α (어미)

  1. 재판, 시도, 실험, 입증
  1. trial, experiment, attempt

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πεῖρα

재판이

πείρᾱ

재판들이

πεῖραι

재판들이

속격 πείρᾱς

재판의

πείραιν

재판들의

πειρῶν

재판들의

여격 πείρᾱͅ

재판에게

πείραιν

재판들에게

πείραις

재판들에게

대격 πεῖραν

재판을

πείρᾱ

재판들을

πείρᾱς

재판들을

호격 πεῖρα

재판아

πείρᾱ

재판들아

πεῖραι

재판들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὰ γὰρ μὴ τοῦτον ἔχοντα τὸν τρόπον αἱ πεῖραι δεόμενα διορθώσεωσ ἐλέγχουσιν. (Flavius Josephus, Contra Apionem, 138:2)

    (플라비우스 요세푸스, Contra Apionem, 138:2)

  • "ἡλικίαν εἶχον, αἱ δὲ πολλαί με πεῖραι κωλύουσιν ἐκ πορείασ πρὸσ φάλαγγα συντεταγμένην μάχεσθαι. (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 5 2:1)

    (플루타르코스, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 5 2:1)

  • "ἡλικίαν εἶχον, αἱ δὲ πολλαί με πεῖραι κωλύουσιν ἐκ πορείασ πρὸσ φάλαγγα συντεταγμένην μάχεσθαι. (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 5 1:1)

    (플루타르코스, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 5 1:1)

  • ἐν ᾧ πολλαὶ ἐγίγνοντο πεῖραι καὶ συμβολαὶ καθ’ ἑκάστην ἡμέραν, πολλὰ δ’ ὡσ ἐν θεάτρῳ μεσοτειχίῳ μονομάχια, προκαλουμένων ἀλλήλουσ τῶν ἀρίστων. (Appian, The Foreign Wars, chapter 6 5:5)

    (아피아노스, The Foreign Wars, chapter 6 5:5)

  • " οὐ μὴν αἵ γε περὶ τῆσ βασιλείασ πεῖραι κατεπαύοντο οὐδ’ ὥσ, ἀλλὰ θεώμενον αὐτὸν ἐν ἀγορᾷ τὰ Λουπερκάλια ἐπὶ θρόνου χρυσέου, πρὸ τῶν ἐμβόλων, Ἀντώνιοσ ὑπατεύων σὺν αὐτῷ Καίσαρι καὶ διαθέων τότε γυμνὸσ ἀληλιμμένοσ, ὥσπερ εἰώθασιν οἱ τῆσδε τῆσ ἑορτῆσ ἱερέεσ, ἐπὶ τὰ ἔμβολα ἀναδραμὼν ἐστεφάνωσε διαδήματι. (Appian, The Civil Wars, book 2, chapter 16 4:4)

    (아피아노스, The Civil Wars, book 2, chapter 16 4:4)

  • νῦν γὰρ μέλλουσι μιανθεῖσαι πειραὶ κοπάνων ἀνδροδαί̈κτων ἢ πάνυ θήσειν Ἀγαμεμνονίων οἴκων ὄλεθρον διὰ παντόσ, ἢ πῦρ καὶ φῶσ ἐπ’ ἐλευθερίᾳ δαίων ἀρχάσ τε πολισσονόμουσ πατέρων <θ’> ἕξει μέγαν ὄλβον. (Aeschylus, Libation Bearers, episode, anapests2)

    (아이스킬로스, Libation Bearers, episode, anapests2)

  • βουλαί τε πολλαὶ καὶ ἐκκλησίαι συνεχεῖσ ἐγίνοντο πεῖραί τε παντοῖαι ταῖσ ἀρχαῖσ κατ’ ἀλλήλων, ἐξ ὧν οὐκ ἄδηλον ἅπασιν ἦν, ὅτι μεγάλη τισ καὶ ἀνήκεστοσ ἐξ ἐκείνησ τῆσ φιλονεικίασ ἀναστήσεται τῇ πόλει συμφορά. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 10, chapter 2 1:3)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 10, chapter 2 1:3)

유의어

  1. 재판

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION