Ancient Greek-English Dictionary Language

μεταλλάσσω

Non-contract Verb; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: μεταλλάσσω μεταλλάξω

Structure: μετ (Prefix) + ἀλλάσς (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to change, alter
  2. to exchange
  3. to take in exchange, adopt, assume, to go into a new
  4. to exchange by leaving, to quit
  5. to undergo a change

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular μεταλλάσσω μεταλλάσσεις μεταλλάσσει
Dual μεταλλάσσετον μεταλλάσσετον
Plural μεταλλάσσομεν μεταλλάσσετε μεταλλάσσουσιν*
SubjunctiveSingular μεταλλάσσω μεταλλάσσῃς μεταλλάσσῃ
Dual μεταλλάσσητον μεταλλάσσητον
Plural μεταλλάσσωμεν μεταλλάσσητε μεταλλάσσωσιν*
OptativeSingular μεταλλάσσοιμι μεταλλάσσοις μεταλλάσσοι
Dual μεταλλάσσοιτον μεταλλασσοίτην
Plural μεταλλάσσοιμεν μεταλλάσσοιτε μεταλλάσσοιεν
ImperativeSingular μετάλλασσε μεταλλασσέτω
Dual μεταλλάσσετον μεταλλασσέτων
Plural μεταλλάσσετε μεταλλασσόντων, μεταλλασσέτωσαν
Infinitive μεταλλάσσειν
Participle MasculineFeminineNeuter
μεταλλασσων μεταλλασσοντος μεταλλασσουσα μεταλλασσουσης μεταλλασσον μεταλλασσοντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular μεταλλάσσομαι μεταλλάσσει, μεταλλάσσῃ μεταλλάσσεται
Dual μεταλλάσσεσθον μεταλλάσσεσθον
Plural μεταλλασσόμεθα μεταλλάσσεσθε μεταλλάσσονται
SubjunctiveSingular μεταλλάσσωμαι μεταλλάσσῃ μεταλλάσσηται
Dual μεταλλάσσησθον μεταλλάσσησθον
Plural μεταλλασσώμεθα μεταλλάσσησθε μεταλλάσσωνται
OptativeSingular μεταλλασσοίμην μεταλλάσσοιο μεταλλάσσοιτο
Dual μεταλλάσσοισθον μεταλλασσοίσθην
Plural μεταλλασσοίμεθα μεταλλάσσοισθε μεταλλάσσοιντο
ImperativeSingular μεταλλάσσου μεταλλασσέσθω
Dual μεταλλάσσεσθον μεταλλασσέσθων
Plural μεταλλάσσεσθε μεταλλασσέσθων, μεταλλασσέσθωσαν
Infinitive μεταλλάσσεσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
μεταλλασσομενος μεταλλασσομενου μεταλλασσομενη μεταλλασσομενης μεταλλασσομενον μεταλλασσομενου

Future tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular μεταλλάξω μεταλλάξεις μεταλλάξει
Dual μεταλλάξετον μεταλλάξετον
Plural μεταλλάξομεν μεταλλάξετε μεταλλάξουσιν*
OptativeSingular μεταλλάξοιμι μεταλλάξοις μεταλλάξοι
Dual μεταλλάξοιτον μεταλλαξοίτην
Plural μεταλλάξοιμεν μεταλλάξοιτε μεταλλάξοιεν
Infinitive μεταλλάξειν
Participle MasculineFeminineNeuter
μεταλλαξων μεταλλαξοντος μεταλλαξουσα μεταλλαξουσης μεταλλαξον μεταλλαξοντος
Middle
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular μεταλλάξομαι μεταλλάξει, μεταλλάξῃ μεταλλάξεται
Dual μεταλλάξεσθον μεταλλάξεσθον
Plural μεταλλαξόμεθα μεταλλάξεσθε μεταλλάξονται
OptativeSingular μεταλλαξοίμην μεταλλάξοιο μεταλλάξοιτο
Dual μεταλλάξοισθον μεταλλαξοίσθην
Plural μεταλλαξοίμεθα μεταλλάξοισθε μεταλλάξοιντο
Infinitive μεταλλάξεσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
μεταλλαξομενος μεταλλαξομενου μεταλλαξομενη μεταλλαξομενης μεταλλαξομενον μεταλλαξομενου

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • Ἀφεστεῶτα μὲν, ὥστε τὰ μετέωρα τῆσ ἕδρησ ψαύειν μὲν, πιέζειν δὲ μή‧ ἄρχεσθαι δὲ ἐκ τοῦ ὑγιέοσ, τελευτᾷν δὲ πρὸσ τὸ ἕλκοσ, ὡσ τὸ μὲν ὑπεὸν ἐξαθέλγηται, ἕτερον δὲ μὴ ἐπιξυλλέγηται‧ ἐπιδεῖν τὰ μὲν ὀρθὰ ἐσ ὀρθὸν, τὰ δὲ λοξὰ λοξῶσ, ἐν σχήματι ἀπόνῳ, ἐν ᾧ μήτε ἀπόσφιγξισ, μήτε ἀπόστασισ ἔσται τισ, ἐξ οὗ, ὅταν μεταλλάσσῃ ἢ ἐσ ἀνάληψιν ἢ ἐσ θέσιν, οὐ μεταλλάξουσιν, ἀλλ’ ὅμοια ταῦτα ἕξούσι, μύεσ, φλέβεσ, νεῦρα, ὀστέα, ᾗ μάλιστα εὔθετα καὶ εὔσχετα‧ ἀναλελάφθαι δὲ, ἢ κέεσθαι ἐν σχήματι ἀπόνῳ τῷ κατὰ φύσιν‧ ὧν δὲ ἂν ἀποστῇ, τἀναντία. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., KAT' IHTREION., 11.3)

Synonyms

  1. to change

  2. to exchange

  3. to take in exchange

  4. to exchange by leaving

  5. to undergo a change

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION