Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀντικαταλλάσσομαι

Non-contract Verb; 이상동사 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ἀντικαταλλάσσομαι

Structure: ἀντικαταλλάσς (Stem) + ομαι (Ending)

Sense

  1. to exchange, for
  2. to give, for
  3. to receive, in exchange for

Conjugation

Present tense

Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular ἀντικαταλλάσσομαι ἀντικαταλλάσσει, ἀντικαταλλάσσῃ ἀντικαταλλάσσεται
Dual ἀντικαταλλάσσεσθον ἀντικαταλλάσσεσθον
Plural ἀντικαταλλασσόμεθα ἀντικαταλλάσσεσθε ἀντικαταλλάσσονται
SubjunctiveSingular ἀντικαταλλάσσωμαι ἀντικαταλλάσσῃ ἀντικαταλλάσσηται
Dual ἀντικαταλλάσσησθον ἀντικαταλλάσσησθον
Plural ἀντικαταλλασσώμεθα ἀντικαταλλάσσησθε ἀντικαταλλάσσωνται
OptativeSingular ἀντικαταλλασσοίμην ἀντικαταλλάσσοιο ἀντικαταλλάσσοιτο
Dual ἀντικαταλλάσσοισθον ἀντικαταλλασσοίσθην
Plural ἀντικαταλλασσοίμεθα ἀντικαταλλάσσοισθε ἀντικαταλλάσσοιντο
ImperativeSingular ἀντικαταλλάσσου ἀντικαταλλασσέσθω
Dual ἀντικαταλλάσσεσθον ἀντικαταλλασσέσθων
Plural ἀντικαταλλάσσεσθε ἀντικαταλλασσέσθων, ἀντικαταλλασσέσθωσαν
Infinitive ἀντικαταλλάσσεσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
ἀντικαταλλασσομενος ἀντικαταλλασσομενου ἀντικαταλλασσομενη ἀντικαταλλασσομενης ἀντικαταλλασσομενον ἀντικαταλλασσομενου

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Synonyms

  1. to exchange

  2. to give

  3. to receive

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION