- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κρίμα?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: krima 고전 발음: [리마] 신약 발음: [리마]

기본형: κρίμα κρίματος

형태분석: κριματ (어간)

어원: κρίνω

  1. 결정, 판단
  2. 법령, 명령
  3. 판단, 판결
  4. 문장, 판결, 비난
  5. 소송, 고소
  1. decision
  2. decree
  3. judgment
  4. sentence, condemnation
  5. lawsuit

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κρίμα

결정이

κρίματε

결정들이

κρίματα

결정들이

속격 κρίματος

결정의

κριμάτοιν

결정들의

κριμάτων

결정들의

여격 κρίματι

결정에게

κριμάτοιν

결정들에게

κρίμασι(ν)

결정들에게

대격 κρίμα

결정을

κρίματε

결정들을

κρίματα

결정들을

호격 κρίμα

결정아

κρίματε

결정들아

κρίματα

결정들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ οὐκ ἀκούσεσθε ἐπὶ τῷ κρίματι αὐτῶν, ὃ αὐτοὶ ποιοῦσι. (Septuagint, Liber II Regum 17:40)

    (70인역 성경, 열왕기 하권 17:40)

  • ὅτι οὐκ ἐν τῷ πρότερον ὑμᾶς εἶναι διέκοψεν ὁ Θεὸς ἡμῶν ἐν ἡμῖν, ὅτι οὐκ ἐξεζητήσαμεν ἐν κρίματι. (Septuagint, Liber I Paralipomenon 15:13)

    (70인역 성경, 역대기 상권 15:13)

  • ὅτι μὲν γὰρ ἰσχύι κρατεῖ. τίς οὖν κρίματι αὐτοῦ ἀντιστήσεται; (Septuagint, Liber Iob 9:19)

    (70인역 성경, 욥기 9:19)

  • οὐχὶ καὶ τούτου λόγον ἐποιήσω καὶ τοῦτον ἐποίησας εἰσελθεῖν ἐν κρίματι ἐνώπιόν σου; (Septuagint, Liber Iob 14:3)

    (70인역 성경, 욥기 14:3)

  • καὶ μνηστεύσομαί σε ἐμαυτῷ εἰς τὸν αἰῶνα καὶ μνηστεύσομαί σε ἐν δικαιοσύνῃ καὶ ἐν κρίματι καὶ ἐν ἐλέει καὶ ἐν οἰκτιρμοῖς (Septuagint, Prophetia Osee 2:21)

    (70인역 성경, 호세아서 2:21)

  • ἐψεύσατο δὲ τῷ κρίματί μου, βίαιον τὸ βέλος μου ἄνευ ἀδικίας. (Septuagint, Liber Iob 34:6)

    (70인역 성경, 욥기 34:6)

유의어

  1. 결정

  2. 법령

  3. 판단

  4. 소송

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION