- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κλύδων?

3군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: klydōn 고전 발음: [뤼돈:] 신약 발음: [뤼돈]

기본형: κλύδων κλύδωνος

형태분석: κλυδων (어간)

어원: κλύζω

  1. 물결, 파도, 결, 놀
  2. 홍수, 한물
  1. wave, billow, and collectively, surf, rough water
  2. splashing
  3. flood

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κλύδων

물결이

κλύδωνε

물결들이

κλύδωνες

물결들이

속격 κλύδωνος

물결의

κλυδώνοιν

물결들의

κλυδώνων

물결들의

여격 κλύδωνι

물결에게

κλυδώνοιν

물결들에게

κλύδωσι(ν)

물결들에게

대격 κλύδωνα

물결을

κλύδωνε

물결들을

κλύδωνας

물결들을

호격 κλύδων

물결아

κλύδωνε

물결들아

κλύδωνες

물결들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὥσπερ γὰρ πρόκρημνον ἄκραν τὴν ἑαυτοῦ διάνοιαν ὁ πατὴρ Ἐλεάζαρος ἐκτείνας, περιέκλασεν τοὺς ἐπιμαινομένους τῶν παθῶν κλύδωνας. (Septuagint, Liber Maccabees IV 7:5)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 7:5)

  • καθάπερ γὰρ ἡ Νῶε κιβωτὸς ἐν τῷ κοσμοπληθεῖ κατακλυσμῷ κοσμοφοροῦσα καρτερῶς ὑπήνεγκε τοὺς κλύδωνας, (Septuagint, Liber Maccabees IV 15:31)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 15:31)

  • κατὰ φύσιν μὲν γὰρ ἔχουσα καὶ χρωμένη καλῶς τῇ περισταλτικῇ δυνάμει, κἂν ὀλίγον ᾖ τὸ περιεχόμενον, ἅπαν αὐτὸ περιλαμβάνουσα χώραν οὐδεμίαν ἀπολείπει κενήν, ἀρρωστοῦσα δέ, καθότι ἂν ἀδυνατήσῃ περιλαβεῖν ἀκριβῶς, ἐνταῦθ εὐρυχωρίαν τιν ἐργαζομένη συγχωρεῖ τοῖς περιεχομένοις ὑγροῖς κατὰ τὰς τῶν σχημάτων μεταλλαγὰς ἄλλοτ ἀλλαχόσε μεταρρεουσι κλύδωνας ἀποτελεῖν. (Galen, On the Natural Faculties., G, section 44)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., G, section 44)

  • τοῖς μὲν γὰρ ἀσθενέσιν ἐπὶ πλεῖστον ἐμπλεῖ ταῦτα καὶ κλύδωνας ἐργάζεται παραμένοντα καὶ θλίβει καὶ βαρύνει τὴν γαστέρα, τοῖς δ ἰσχυροῖς οὐ μόνον τούτων οὐδὲν συμβαίνει, ἀλλὰ καὶ πολὺ πλῆθος ἄρτων καὶ κρεῶν ὑποχωρεῖ ταχέως. (Galen, On the Natural Faculties., G, section 415)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., G, section 415)

  • τῶν δὲ περὶ τὰς συναλλαγὰς ἀμφισβητημάτων εἰς μεγάλους κλύδωνας καὶ δεινὰς προβεβηκότων ἀτοπίας τε καὶ: (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 6, chapter 22 1:2)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 6, chapter 22 1:2)

유의어

  1. 홍수

관련어

명사

형용사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION