- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κληρονομία?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: klēronomia 고전 발음: [레:로노미아] 신약 발음: [레로노미아]

기본형: κληρονομία

형태분석: κληρονομι (어간) + α (어미)

어원: from κληρονόμος

  1. 소유, 소유물, 유산, 상속
  1. an inheritance, possession of . .

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κληρονομία

소유가

κληρονομία

소유들이

κληρονομίαι

소유들이

속격 κληρονομίας

소유의

κληρονομίαιν

소유들의

κληρονομιῶν

소유들의

여격 κληρονομίᾳ

소유에게

κληρονομίαιν

소유들에게

κληρονομίαις

소유들에게

대격 κληρονομίαν

소유를

κληρονομία

소유들을

κληρονομίας

소유들을

호격 κληρονομία

소유야

κληρονομία

소유들아

κληρονομίαι

소유들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἱ δ οὕτω πεφύκασιν ἀτυχεῖς πρὸς τὸ καλόν, ὥστε φίλοις μὲν ἐνδόξοις ἀγάλλεσθαι καὶ μέγα φρονεῖν ἂν ξένους ἡγεμονικοὺς καὶ πλουσίους ἔχωσι, τὰς δὲ τῶν ἀδελφῶν λαμπρότητας αὑτῶν ἀμαυρώσεις νομίζειν καὶ πατέρων μὲν εὐτυχίαις ἐπαίρεσθαι καὶ στρατηγίαις προπάππων λεγομέναις, ὧν οὐδὲν ἀπέλαυσαν οὐδὲ μετέσχον, ἀδελφῶν δὲ κληρονομίαις καὶ ἀρχαῖς καὶ γάμοις ἐνδόξοις ἀθυμεῖν καὶ ταπεινοῦσθαι. (Plutarch, De fraterno amore, section 14 1:2)

    (플루타르코스, De fraterno amore, section 14 1:2)

  • καὶ πατέρων μὲν εὐτυχίαις ἐπαίρεσθαι καὶ στρατηγίαις προπάππων λεγομέναις, ὧν οὐδὲν ἀπέλαυσαν οὐδὲ μετέσχον, ἀδελφῶν δὲ κληρονομίαις καὶ ἀρχαῖς καὶ γάμοις ἐνδόξοις ἀθυμεῖν καὶ ταπεινοῦσθαι. (Plutarch, De fraterno amore, section 14 6:1)

    (플루타르코스, De fraterno amore, section 14 6:1)

유의어

  1. 소유

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION