헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καλλωπισμός

2군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: καλλωπισμός καλλωπισμοῦ

형태분석: καλλωπισμ (어간) + ος (어미)

  1. 장식, 장신구, 꾸밈
  1. an adorning oneself, making a display
  2. ornamentation, ornament

곡용 정보

2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • παρομοιώσεισ γὰρ ἀμφότερα ταῦτα καὶ παρισώσεισ περιέχει, καὶ τὰ ἐπίθετα καλλωπισμοῦ χάριν κεῖται· (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 29 2:9)

    (디오니시오스, , chapter 29 2:9)

  • ταύτασ φησὶν ὁ Σάμιοσ Λυγκεὺσ Ῥοδίουσ ἀντιδημιουργήσασθαι πρὸσ τὰσ Ἀθήνησι θηρικλείουσ, Ἀθηναίων μὲν αὐτὰσ τοῖσ πλουσίοισ διὰ τὰ βάρη χαλκευσαμένων τὸν ῥυθμὸν τοῦτον, Ῥοδίων δὲ διὰ τὴν ἐλαφρότητα τῶν ποτηρίων καὶ τοῖσ πένησι τοῦ καλλωπισμοῦ τούτου μεταδιδόντων. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 372)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 372)

  • ὦ μακάριε, οὐκ οἶσθ’ ὅτι τὰ πρῶτα ὀνόματα τεθέντα κατακέχωσται ἤδη ὑπὸ τῶν βουλομένων τραγῳδεῖν αὐτά, περιτιθέντων γράμματα καὶ ἐξαιρούντων εὐστομίασ ἕνεκα καὶ πανταχῇ στρεφόντων, καὶ ὑπὸ καλλωπισμοῦ καὶ ὑπὸ χρόνου. (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 188:2)

    (플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 188:2)

  • ἦν δέ που γεγονὼσ ἐκ νέου ὑπὸ φειδωλῷ πατρὶ τεθραμμένοσ, τὰσ χρηματιστικὰσ ἐπιθυμίασ τιμῶντι μόνασ, τὰσ δὲ μὴ ἀναγκαίουσ ἀλλὰ παιδιᾶσ τε καὶ καλλωπισμοῦ ἕνεκα γιγνομένασ ἀτιμάζοντι. (Plato, Republic, book 9 25:1)

    (플라톤, Republic, book 9 25:1)

유의어

  1. 장식

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION