- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἡμέρα?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: hēmerā 고전 발음: [헤:메라:] 신약 발음: [에매라]

기본형: ἡμέρα ἡμέρας

형태분석: ἡμερ (어간) + α (어미)

  1. 날, 하루
  2. 시간, 시기
  1. day
  2. period of life
  3. (poetic) time

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἡμέρα

날이

ἡμέρα

날들이

ἡμέραι

날들이

속격 ἡμέρας

날의

ἡμέραιν

날들의

ἡμερῶν

날들의

여격 ἡμέρᾳ

날에게

ἡμέραιν

날들에게

ἡμέραις

날들에게

대격 ἡμέραν

날을

ἡμέρα

날들을

ἡμέρας

날들을

호격 ἡμέρα

날아

ἡμέρα

날들아

ἡμέραι

날들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐγένοντο δὲ αἱ ἡμέραι τοῦ Ἀδάμ, ἃς ἔζησε μετά τὸ γεννῆσαι αὐτὸν τὸν Σήθ, ἔτη ἑπτακόσια, καὶ ἐγέννησεν υἱοὺς καὶ θυγατέρας. (Septuagint, Liber Genesis 5:4)

    (70인역 성경, 창세기 5:4)

  • καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι Ἀδάμ, ἃς ἔζησε, τριάκοντα καὶ ἐννακόσια ἔτη, καὶ ἀπέθανεν. (Septuagint, Liber Genesis 5:5)

    (70인역 성경, 창세기 5:5)

  • καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι Σὴθ δώδεκα καὶ ἐννακόσια ἔτη, καὶ ἀπέθανε. (Septuagint, Liber Genesis 5:8)

    (70인역 성경, 창세기 5:8)

  • καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι Ἐνὼς πέντε ἔτη καὶ ἐννακόσια, καὶ ἀπέθανε. (Septuagint, Liber Genesis 5:11)

    (70인역 성경, 창세기 5:11)

  • καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι Μαλελεήλ, ἔτη πέντε καὶ ἐνενήκοντα καὶ ὀκτακόσια, καὶ ἀπέθανε. (Septuagint, Liber Genesis 5:17)

    (70인역 성경, 창세기 5:17)

  • καὶ ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς ἡμέραν καὶ τὸ σκότος ἐκάλεσε νύκτα. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα μία. (Septuagint, Liber Genesis 1:5)

    (70인역 성경, 창세기 1:5)

  • καὶ ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς τὸ στερέωμα οὐρανόν. καὶ εἶδεν ὁ Θεός, ὅτι καλόν, καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα δευτέρα. (Septuagint, Liber Genesis 1:8)

    (70인역 성경, 창세기 1:8)

  • καὶ εἶδεν ὁ Θεός, ὅτι καλόν. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα τρίτη. (Septuagint, Liber Genesis 1:13)

    (70인역 성경, 창세기 1:13)

  • καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα τετάρτη. (Septuagint, Liber Genesis 1:19)

    (70인역 성경, 창세기 1:19)

  • καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα πέμπτη. (Septuagint, Liber Genesis 1:23)

    (70인역 성경, 창세기 1:23)

유의어

  1. period of life

  2. 시간

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION