ἑταῖρος?
2군 변화 명사; 남성
자동번역
로마알파벳 전사: hetairos
고전 발음: [헤따이로스]
신약 발음: [애때로스]
기본형:
ἑταῖρος
ἑταῖρου
형태분석:
ἑταιρ
(어간)
+
ος
(어미)
뜻
- 동료, 동무, 동지
- 제자, 눈동자, 동공
- 애인, 친구, 남자친구
- 동료
- comrade, companion
- pupil, disciple
- member of a religious guild
- (rarely) lover, member of a pair of lovers
- (in the plural) the guards i.e. the cavalry of the Macedonian kings
- (as an adjective) associate of
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- Διακομισθεὶς δὲ εἰς τὴν Αἴγυπτον καὶ τὰ τῆς κακίας ἐπαύξων, διὰ δὲ τῶν προαποδεδειγμένων συμποτῶν καὶ ἑταίρων τοῦ παντὸς δικαίου κεχωρισμένων, (Septuagint, Liber Maccabees III 2:25)
(70인역 성경, Liber Maccabees III 2:25)
- ἀπάγγειλόν μοι ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου, ποῦ ποιμαίνεις, ποῦ κοιτάζεις ἐν μεσημβρίᾳ, μήποτε γένωμαι ὡς περιβαλλομένη ἐπ᾿ ἀγέλαις ἑταίρων σου. (Septuagint, Canticum Canticorum 1:7)
(70인역 성경, 아가 1:7)
- περὶ λόγου κοινωνοῦ καὶ ὁδοιπόρων καὶ περὶ δόσεως κληρονομίας ἑταίρων, (Septuagint, Liber Sirach 42:3)
(70인역 성경, Liber Sirach 42:3)
- ἐπίγραμμα δέ τι ἤκουσα, ὅ μοι τῶν ἑταίρων τις ἔλεγεν αὐτος ἐπὶ στήλης ἀνεγνωκέναι ἀνδρὸς οὕτως ἀποθανόντος: (Lucian, Dipsades 9:2)
(루키아노스, Dipsades 9:2)
- εἰπόντος δέ τινος τῶν ἑταίρων, Ἀπίωμεν, Δημῶναξ, εἰς τὸ Ἀσκληπιεῖον καὶ προσευξώμεθα ὑπὲρ τοῦ υἱοῦ, Πάνυ, ἔφη, κωφὸν ἡγῇ τὸν Ἀσκληπιόν, εἰ μὴ δύναται κἀντεῦθεν ἡμῶν εὐχομένων ἀκούειν. (Lucian, (no name) 27:1)
(루키아노스, (no name) 27:1)
- τὸ μὲν γὰρ ἱερὸν ἀσωτίας καὶ κώμων ἐπεπλήρωτο ὑπὸ τῶν ἐθνῶν ραθυμούντων μεθ᾿ ἑταιρῶν καὶ ἐν τοῖς ἱεροῖς περιβόλοις γυναιξὶ πλησιαζόντων, ἔτι δὲ τὰ μὴ καθήκοντα ἔνδον φερόντων. (Septuagint, Liber Maccabees II 6:4)
(70인역 성경, Liber Maccabees II 6:4)
유의어
-
동료
-
제자
-
the guards i
- ἱππεύς (the King's Body Guard)