- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπίκλησις?

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: epiklēsis 고전 발음: [에삐레:시] 신약 발음: [애삐레시]

기본형: ἐπίκλησις ἐπίκλησεως

형태분석: ἐπικλησι (어간) + ς (어미)

  1. 이름, 성명
  2. 매력, 요청, 작은 반발, 사소한 탄원
  1. a surname or additional name;, by surname, by surname
  2. a name
  3. an imputation
  4. a calling upon, invocation, appeal

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • κίων δὲ τοῦδε τοῦ πάθεος ἡ ἐπίκλησις. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 85)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 85)

  • ἔστι δὲ καὶ πάθεος ἰδέη, ἀνίσχοντος ὄρθια τοῦ πάσχοντος τὰ αἰδοῖα· ἐπίκλησις σατυρίησις ἐς ὁμοιότητα τοῦ θεοῦ σχήματος. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 259)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 259)

  • ἄλλοτε δὲ μυξώδεα μοῦνον, ὀδαξώδεα, σμικρὰ, στρογγύλα, δακνώδεα, ἐξαναστάσιας πυκινὰς, καὶ προθυμίην ξὺν ἡδονῇ ποιεύμενα, ἐκκρίσιας δὲ κάρτα σμικράς · τεινασμὸς τοῦδε ἡ ἐπίκλησις. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 209)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 209)

  • τοῦτο γὰρ αὐτό, ἡ τῆς ποιήσεως ἐπίκλησις, τῶν ποιουμένων αὐτῶν δυσχέρειαν ἀπεργάζοιτ ἄν. (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 15:1)

    (플라톤, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 15:1)

  • Ῥητογένης δέ, ἀνὴρ Νομαντῖνος, ᾧ Καραύνιος ἐπίκλησις ἦν, ἄριστος ἐς ἀρετὴν Νομαντίνων, πέντε πείσας φίλους, σὺν παισὶν ἄλλοις τοσοῖσδε καὶ ἵπποις τοσοῖσδε ἐν νυκτὶ συννεφεῖ διῆλθε λαθὼν τὸ μεταίχμιον, κλίμακα φέρων πτυκτήν, καὶ φθάσας ἐς τὸ περιτείχισμα ἀνεπήδησεν αὐτός τε καὶ οἱ φίλοι, καὶ τοὺς ἑκατέρωθεν φύλακας ἀνελόντες τοὺς μὲν θεράποντας ἀπέπεμψαν ὀπίσω, τοὺς δ ἵππους διὰ τῆς κλίμακος ἀναγαγόντες ἐξίππευσαν ἐς τὰς Ἀρουακῶν πόλεις σὺν ἱκετηρίαις, δεόμενοι Νομαντίνοις συγγενέσιν οὖσιν ἐπικουρεῖν. (Appian, The Foreign Wars, chapter 15 3:12)

    (아피아노스, The Foreign Wars, chapter 15 3:12)

  • τοιγαροῦν καὶ τὸ ᾆσμα ὃ μεταξὺ ὀρχούμενοι ᾄδουσιν Ἀφροδίτης ἐπίκλησίς ἐστιν καὶ Ἐρώτων, ὡς συγκωμάζοιεν αὐτοῖς καὶ συνορχοῖντο. (Lucian, De saltatione, (no name) 11:1)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 11:1)

유의어

  1. a surname or additional name

  2. 이름

  3. 매력

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION